Οστεοπόρωση είναι η ελάττωση της οστικής μάζας με ταυτόχρονη αποδιοργάνωση της μικροαρχιτεκτονικής του οστίτη ιστού, με αποτέλεσμα την αύξηση της ευθραυστότητας των οστών και συνεπώς την αύξηση του κινδύνου εμφάνισης καταγμάτων.
Η νόσος αυτή πλήττει σήμερα περισσότερα από 75 εκατομμύρια ανθρώπους σε Ευρώπη, Ιαπωνία και ΗΠΑ, με κίνδυνο κατάγματος στον καρπό, στο ισχίο και στη σπονδυλική στήλη περίπου 15%, ποσοστό παρόμοιο με αυτό της στεφανιαίας νόσου.
Αιτιολογικοί ή προδιαθεσικοί παράγοντες της οστεοπόρωσης είναι αυτοί που:
(α) αναστέλλουν την απόκτηση της κορυφαίας οστικής μάζας και
(β) επιτείνουν την απώλεια οστικής μάζας.
Η οστική μάζα αποκτάται προοδευτικά από την εμβρυϊκή ηλικία με μέγιστο ρυθμό αύξησης κατά την εφηβεία ,έτσι ώστε στην ηλικία των 18 ετών να έχει αποκτηθεί το 80-90% της οστικής μάζας και το υπόλοιπο με βραδύτερο ρυθμό μέχρι και την τρίτη δεκαετία της ζωής του ανθρώπου.
Η μέγιστη οστική μάζα αποτελεί και την σκελετική «προίκα» του ατόμου για το υπόλοιπο της ζωής του και το σημαντικότερο παράγοντα προφύλαξης από μελλοντική οστεοπόρωση.
Οι παράμετροι που ρυθμίζουν την οικοδόμηση της οστικής μάζας είναι πολλές και περιλαμβάνουν τόσο γενετικούς παράγοντες ,φυλετικούς παράγοντες, διαταραχές της έκκρισης γοναδικών στεροειδών (καθυστερημένη εφηβεία, υπογοναδισμός), ενδοκρινοπάθειες, λήψη φαρμακευτικών ουσιών (κορτικοειδών, αντιεπιληπτικών), συστηματικά νοσήματα, σύνδρομα δυσαπορρόφησης, διατροφικές συνήθειες, σωματική άσκηση.
Παράγοντες που επιτείνουν την απώλεια οστικής μάζας είναι εκτός από τους γενετικούς, η ένδεια οιστρογόνων, η χαμηλή πρόσληψη ασβεστίου, το κάπνισμα, το χαμηλό σωματικό βάρος, η έλλειψη σωματικής δραστηριότητας και η υπερβολική κατανάλωση οινοπνευματωδών.
Η κλινική εικόνα της οστεοπόρωσης εμφανίζεται κυρίως στις ηλικίες άνω των 60 και με τη συνεχιζόμενη αύξηση του γηραιού πληθυσμού μας, τείνε να γίνει ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της δημόσιας υγείας.
Τα φαρμακευτικά σκευάσματα που κυκλοφορούν είναι αρκετά αποτελεσματικά.
Ο καλύτερος τρόπος όμως για να αντιμετωπιστεί η οστεοπόρωση είναι η πρόληψη.
Τροποποίηση στη δίαιτα και στον τρόπο ζωής μπορεί να βοηθήσουν στην πρόληψη και η σωματική άσκηση παίζει σημαντικό ρόλο σε αυτό.
Τη συσχέτιση μεταξύ μηχανικής πίεσης και οστικής μάζας κατέγραψε πρώτος ο Galileo ο οποίος εντόπισε τη σχέση μεταξύ σωματικού βάρους και μεγέθους οστών αλλά το 1892 ο Γερμανός ανατόμος Julius Wolff, αντιλήφθηκε ότι μεταβολές στις μηχανικές πιέσεις που εφαρμόζονται στο οστό επηρεάζουν την ανθεκτικότητα του οστού.
Η οστική μάζα απαντά με ευαισθησία στις μεταβολές της μηχανικής φόρτισης, έκφραση της οποίας αποτελεί η άσκηση.
Αυτό έχει φανεί από πολλές και διάφορες μελέτες που έχουν γίνει.
Οι αθλητές αλλά και απλά ασκούμενοι νέοι έχουν μεγαλύτερη κορυφαία οστική πυκνότητα, σε σχέση με αυτούς που δεν αθλούνται.
Αθλητές άρσης βαρών και ενόργανης γυμναστικής βρέθηκε να έχουν μεγαλύτερη πυκνότητα οσφυϊκής μοίρας σπονδυλικής στήλης σε σύγκριση με αθλητές άλλων αγωνισμάτων και φυσικά με μη ασκούμενους.
Η παρατεταμένη ακινητοποίηση (σε ασθενείς και υγιείς) και γενικά έλλειψη φυσικής δραστηριότητας οδηγεί σε οστική απώλεια.
Η φυσική δραστηριότητα έχει μεγάλη επίδραση στον αναπτυσσόμενο σκελετό για την επίτευξη και διατήρηση της κορυφαίας οστικής πυκνότητας, για αυτό και η προληπτική παρέμβαση πρέπει να ξεκινά από τις μικρές ηλικίες.
Παιδιά σχολικής ηλικίας θα πρέπει να ασκούνται μέσα από το παιχνίδι ή άλλες αθλητικές δραστηριότητες και υπό την επίβλεψη ειδικών.
Συνεχής και συστηματική άσκηση, προκειμένου να ολοκληρωθεί το μέγιστο αποτέλεσμα, είναι απαραίτητη και κατά την εφηβεία και την τρίτη δεκαετία της ζωής.
Σε μεγαλύτερες ηλικίες φαίνεται να έχει προφυλακτικό ρόλο τουλάχιστον μέχρι την εμμηνόπαυση οπότε ο ρόλος της ανεπάρκειας οιστρογόνων καθίσταται πρωταγωνιστικός.
Σε εγκατεστημένη οστεοπόρωση σκοπός της θεραπευτικής προσπάθειας είναι η αποφυγή καταγμάτων.
Σε μεγάλη προοπτική μελέτη με γυναίκες άνω των 65 ετών, διαπιστώθηκε σημαντική ελάττωση (κατά 40%) του κινδύνου για κατάγματα ισχίου (κα σε μικρότερο ποσοστό για κατάγματα οσφυϊκής μοίρας και πήχη) σε γυναίκες που είχαν μεγαλύτερης έντασης και διάρκειας φυσική δραστηριότητα.
Η θετική επίδραση της άσκησης εξηγείται με την αύξηση της μυϊκής μάζας με αποτέλεσμα τη βελτίωση της ισορροπίας του σώματος και μείωση των πιθανοτήτων για πτώσεις.
Επίσης βελτίωση της δομικής ακεραιότητας του οστού που σημαίνει λιγότερα κατάγματα μετά από πτώση αλλά και αίσθημα ευεξίας και ενίσχυση της αυτοπεποίθησης του ατόμου.
Η αερόβια άσκηση ψηλής έντασης και οι ασκήσεις βάρους φαίνεται να δρα με αύξηση της οστικής πυκνότητας.
Το βάδισμα, γρήγορο και με μεγάλο διασκελισμό αποτελεί εξαίρετη άσκηση.
Η κολύμβηση δεν είναι τόσο αποτελεσματική για διατήρηση ή αποκατάσταση της οστικής πυκνότητας.
Σε οστεοπορωτικές γυναίκες να αποφεύγονται έντονες κινήσεις που πιθανόν να επιβαρύνουν τα αδύνατα οστά και να οδηγήσουν σε μικροκατάγματα των σπονδύλων (ζωηρά πηδήματα ή στροφές, άρση βαρών με σκύψιμο εμπρός).
Ένα πρόγραμμα που συνδυάζει βάδισμα, βάρη ήπια αεροβική άσκηση ενδυνάμωσης των ραχιαίων μυών 3 με 4 φορές τη βδομάδα συστήνεται σε άτομα κάθε ηλικίας.
Νάντια Χριστοδούλου – Ειδικευομένη Ενδοκρινολόγος, Τμήμα Ενδοκρινολογίας και Μεταβολισμού, Νοσοκομείο «Κοργιαλένειο-Μπενάκειο ΕΕΣ».
www.y-o.gr