Η – έστω και βραχυχρόνια – έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση συνδέεται με υψηλότερο κίνδυνο ανακοπής καρδιάς, όπως αναφέρει νέα έρευνα.
Η μελέτη αυτή, που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό “The Lancet”, έδειξε πως ακόμη και χαμηλά επίπεδα ρύπανσης στην ατμόσφαιρα αυξάνουν την πιθανότητα καρδιακής ανακοπής.
Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου του Σίδνεϊ αναφέρουν ότι υπάρχει «επείγουσα ανάγκη επανεκτίμησης» των διεθνών κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με την ατμοσφαιρική ρύπανση.
Η συγκεκριμένη μελέτη είναι, σύμφωνα με τους συγγραφείς της, η μεγαλύτερη στον τομέα της.
Οι ερευνητές μελέτησαν τα ιατρικά δεδομένα ασθενών στην Ιαπωνία για μία περίοδο περίπου δύο ετών, καθώς και τα επίπεδα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στη χώρα – εστιάζοντας στα αιωρούμενα σωματίδια.
Τα αιωρούμενα σωματίδια αποτελούνται από σκόνη, βρωμιά, αιθάλη ή καπνό και προέρχονται συνήθως από εργοτάξια, μη ασφαλτοστρωμένους δρόμους, καπνοδόχους ή πυρκαγιές, ενώ μπορεί να περιέχουν διαφορετικές χημικές ουσίες.
Η μελέτη επικεντρώθηκε στα αιωρούμενα σωματίδια PM2.5 (Particulate Matter – Αιωρούμενα Σωματίδια, που η διάμετρός τους είναι μικρότερη των 2,5 μm – micrometres – μικρόμετρα ή εκατομμυριοστά του μέτρου).
Οι ερευνητές εντόπισαν 249.372 περιπτώσεις ασθενών που υπέστησαν καρδιακή ανακοπή σε εξωτερικό χώρο, από τον Ιανουάριο του 2014 μέχρι τον Δεκέμβριο του 2015.
Στο 98,5% αυτών των περιπτώσεων οι συγκεντρώσεις PM2.5 στον ατμοσφαιρικό αέρα ήταν χαμηλότερες από το ιαπωνικό και το αμερικανικό πρότυπο των 35 μικρογραμμαρίων ανά κυβικό μέτρο.
Μάλιστα, το 92% των περιπτώσεων που μελετήθηκαν συνέβη ενώ οι συγκεντρώσεις των PM2.5 ήταν χαμηλότερες από το «ασφαλές» όριο των 25 μικρογραμμαρίων ανά κυβικό μέτρο, που έχει καθορίσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι με κάθε 10 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο αύξηση στα PM2.5, υπάρχει αυξημένος κίνδυνος καρδιακής ανακοπής κατά 1 έως 4%.
Για τους ασθενείς ηλικίας άνω των 65 ετών, οι ερευνητές διαπίστωσαν σημαντική συσχέτιση μεταξύ της έκθεσης στα σωματίδια PM2.5 και της αυξημένης συχνότητας εμφάνισης καρδιακής ανακοπής.
Ο καθηγητής Kazuaki Negishi από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Σίδνεϊ και πρώτος συγγραφέας της μελέτης, δήλωσε ότι τα ευρήματα δείχνουν πως «δεν υπάρχει ασφαλές επίπεδο ατμοσφαιρικής ρύπανσης».
Η μελέτη κατέληξε στο συμπέρασμα πως κανένα επίπεδο ατμοσφαιρικής ρύπανσης δεν μπορεί να θεωρηθεί ασφαλές για τον γενικό πληθυσμό, ενώ τόνισε πως είναι αναγκαίο να επανεκτιμηθούν τα διεθνή όρια ποιότητας του αέρα, καθώς και να βρεθούν τρόποι αντιμετώπισης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.