Ο όρος «δυσλιπιδαιμία» αντικατέστησε τον παλιό όρο «υπερλιπιδαιμία» και χρησιμοποιείται για τις ποσοτικές και ποιοτικές διαταραχές του μεταβολισμού των λιπιδίων του ανθρώπινου οργανισμού. Η δυσλιπιδαιμία είναι μια σημαντική παράμετρος κινδύνου για τις παθήσεις του καρδιαγγειακού συστήματος, καθώς σήμερα αποτελεί μια από τις κύριες αιτίες εμφάνισής τους.
1. Ποιες μορφές δυσλιπιδαιμίας υπάρχουν;
Ανάλογα με το είδος των λιπιδίων που είναι αυξημένο, διακρίνονται σε:
- Υπερχοληστεραιμία (αύξηση της χοληστερόλης)
- Μεικτή δυσλιπιδαιμία (αύξηση χοληστερόλης και τριγλυκεριδίων)
- Υπερτριγλυκεριδαιμία (αύξηση των τριγλυκεριδίων)
Η δυσλιπιδαιμία, καθώς δεν προκαλεί συμπτώματα, έχει χαρακτηριστεί ως μια «αθόρυβη» διαταραχή. Προσβάλλει το τοίχωμα των αγγείων προκαλώντας τις λεγόμενες αθηρωματικές πλάκες, οι οποίες στενεύουν τον αυλό του αγγείου. Τελικά, αυτό προκαλεί τη μειωμένη παροχή αίματος στα διάφορα ζωτικά όργανα.
Όμως, όπως είπαμε και προηγουμένως, η δυσλιπιδαιμία είναι συχνά ασυμπτωματική, μέχρι να εμφανιστούν οι επιπλοκές της αθηροσκλήρωσης.
2. Ποιες είναι οι αιτίες ;
Η δυσλιπιδαιμία διακρίνεται σε πρωτοπαθή, όταν είναι κληρονομικής αιτιολογίας, και σε δευτεροπαθή. Αυτός ο δεύτερος τύπος είναι απόρροια άλλων παθολογικών καταστάσεων, κακής διατροφής, καθώς και έλλειψης σωματικής άσκησης.
3. Πρωτοπαθής δυσλιπιδαιμία
Η πρωτοπαθής δυσλιπιδαιμία είναι μια πολυπαραγοντική νόσος που έχει τόσο γενετικό υπόβαθρο (ιδιαίτερα όσον αφορά την υπερχοληστεραιμία), όσο και υπόβαθρο περιβαλλοντικών παραγόντων και τρόπου ζωής, όπως:
- Η διατροφή με υπερβολική κατανάλωση σακχάρων και αλκοόλ, καθώς και κορεσμένων λιπαρών οξέων
- Η ελάχιστη φυσική δραστηριότητα
- Οι συνήθειες του τρόπου ζωής
-
- Δευτεροπαθής Δυσλιπιδαιμία
Ορισμένες παθολογίες που μπορεί να ευθύνονται για την εμφάνιση υπερχοληστεραιμίας είναι ο υποθυρεοειδισμός, η χολόσταση, η υπερτριγλυκεριδαιμία, ο διαβήτης, η νεφρική ανεπάρκεια ή η μεικτή υπερλιπιδαιμία (νεφρωσικό σύνδρομο).
Αλλά και θεραπείες με φάρμακα, ενοχοποιούνται για την αύξηση των επιπέδων των τριγλυκεριδίων ή/και της χοληστερόλης.
4. Ποιοι οι παράγοντες κινδύνου εμφάνισης της νόσου;
Αρχικά το κάπνισμα, εκτός από το ότι προάγει την αποσταθεροποίηση των αθηρωματικών πλακών, μειώνει την καλή χοληστερίνη HDL.
Άλλοι παράγοντες κινδύνου είναι το υπερβολικό βάρος και η παχυσαρκία, οι οποίες έχουν κατηγορηθεί για υπερτριγλυκεραιμία και μείωση των επιπέδων HDL.
Ακόμη και η εγκυμοσύνη μπορεί να προκαλέσει τόσο υπερχοληστεραιμία, όσο και υπερτριγλυκεριδαιμία.
5. Πώς γίνεται η διάγνωσή της;
Η διάγνωση της δυσλιπιδαιμίας γίνεται από μια απλή εξέταση αίματος, εφόσον έχει προηγηθεί νηστεία 10-12 ωρών.
Τις περισσότερες φορές η μέτρηση της χοληστερίνης, των τριγλυκεριδίων και της HDL επαρκούν ως στοιχεία, για τη διερεύνηση του λιπιδαιμικού προφίλ. Aπό αυτά, υπολογίζεται με ευκολία ο αθηρωματικός δείκτης (ο λόγος της χοληστερίνης προς την HDL), καθώς και ο υπολογισμός της LDL.
Ειδικότερες και πολυπλοκότερες εξετάσεις σπάνια χρειάζονται και συνήθως γίνονται σε συγκεκριμένες περιπτώσεις.
Προληπτικός έλεγχος πρέπει να γίνεται σε άτομα με:
- Οικογενειακό ιστορικό στεφανιαίας νόσου, δυσλιπιδαιμίας, πρόωρου θανάτου από καρδιοαγγειακό νόσημα κλπ.
- Ύπαρξη άλλων παραγόντων κινδύνου για στεφανιαία νόσο, όπως κάπνισμα, σακχαρώδης διαβήτης, παχυσαρκία, υπέρταση, υπερουριχαιμία.
- Ήδη γνωστή νόσο που συνοδεύεται από δυσλιπιδαιμία, όπως υποθυρεοειδισμός, χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, ηπατοπάθεια, σακχαρώδης διαβήτης, παχυσαρκία.
- Σε κάθε εξέταση προληπτικής ιατρικής. Εάν όμως, ανευρεθεί τιμή χοληστερίνης μικρότερη των 200 mg/dL, τότε η επόμενη μέτρησή της θα πρέπει να γίνει ξανά, μετά από τουλάχιστον 3 χρόνια.
Ο εργαστηριακός έλεγχος απαιτείται για τον αποκλεισμό ή την επιβεβαίωση της πιθανής ύπαρξης πρωτοπαθούς νόσου, που προκαλεί την δυσλιπιδαιμία. Σε έναν ασθενή χωρίς παράγοντες κινδύνου, το λιπιδικό προφίλ θεωρείται φυσιολογικό όταν το επίπεδο της ολικής χοληστερόλης είναι κάτω από 200 mg/dL, ενώ μεταξύ 200 και 239 mg/dL η χοληστερόλη θεωρείται οριακά υψηλή και άνω των 240mg/dl υψηλή. Στη περίπτωση που η τιμή είναι πάνω από 240 mg/dL, ο κίνδυνος εμφάνισης καρδιακής νόσου και εγκεφαλικού επεισοδίου είναι σημαντικά υψηλότερος.
Η τιμή της LDL πρέπει να είναι μικρότερη από 100 mg/dL, τα επίπεδα TG (τριγλυκεριδίων) να είναι μικρότερα από 150mg/dl και τα επίπεδα της HDL να είναι μεγαλύτερα από 40 mg/dL.
6. Ποιες είναι οι πιθανές επιπλοκές;
Η δυσλιπιδαιμία συνδέεται με την αθηρωμάτωση και την αρτηριοσκλήρυνση. Η αρτηριοσκλήρυνση εμφανίζεται όταν σχηματίζονται συμπαγείς, λιπώδεις εναποθέσεις στα αιμοφόρα αγγεία, γνωστές ως πλάκες, με αποτέλεσμα να παρεμποδίζουν τη ροή του αίματος. Σταδιακά, οι πλάκες αυτές συσσωρεύονται, προκαλώντας σημαντικά προβλήματα στην κυκλοφορία του αίματος και οδηγώντας ενδεχομένως σε έμφραγμα του μυοκαρδίου και εγκεφαλικό επεισόδιο. Συνήθως δεν παρουσιάζονται προειδοποιητικά συμπτώματα, ωστόσο οι αλλοιώσεις εξελίσσονται «αθόρυβα» στον οργανισμό. Αν οι τιμές των λιπιδίων διατηρούνται χρονίως εκτός των φυσιολογικών επιπέδων, ο καρδιαγγειακός κίνδυνος είναι αυξημένος.
- Ποιοι είναι οι θεραπευτικοί στόχοι για τη μείωση της δυσλιπιδαιμίας;
Σε όλες τις περιπτώσεις, η διαχείριση της διαταραχής αυτής περιλαμβάνει διατροφικές προσαρμογές και, εάν είναι απαραίτητο, φαρμακευτική θεραπεία. Επίσης, η μείωση της χοληστερίνης και των τριγλυκεριδίων, απαιτεί συνολική αλλαγή του τρόπου ζωής, η οποία περιλαμβάνει τα ακόλουθα:
- Διακοπή καπνίσματος
- Υπολιπιδαιμική δίαιτα (φτωχή σε ζωικά λίπη και trans λιπαρά οξέα, αυξημένες φυτικές ίνες)
- Κατανάλωση τροφών εμπλουτισμένων με φυτικές στερόλες / στανόλες
- Μείωση του σωματικού βάρους
- Σωματική άσκηση (για παράδειγμα γρήγορο βάδισμα 30′-60′ την ημέρα, τις περισσότερες ημέρες της εβδομάδας)
Οι στατίνες αποτελούν τη θεραπεία εκλογής για την υπερχοληστεραιμία και τη μεικτή δυσλιπιδαιμία. Κύριος στόχος είναι η μείωση του επιπέδου της LDL, η οποία σχετίζεται με τη μείωση των επιπλοκών που συνδέονται με την αθηροσκλήρωση.