Οστεοπόρωση είναι η κατάσταση αυτή που χαρακτηρίζεται από δύο σημαντικά στοιχεία:
– Μειωμένη οστική μάζα και
– Διαταραχή της μικροαρχιτεκτονικής του οστού.
Αποτελεί τον κυριότερο παράγοντα κινδύνου για εμφάνιση καταγμάτων.
ΜΗ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ
Αυτή περιλαμβάνει σωστή διατροφή, άσκηση, διακοπή καπνίσματος και αποφυγή φαρμάκων που αυξάνουν την οστική απώλεια.
Είναι σημαντική η πρόσληψη ασβεστίου και βιταμίνης D με την τροφή.
Εάν αυτή δεν είναι εφικτή, είτε λόγω γαστρεντερικών παθήσεων, είτε λόγω δυσανεξίας στην πρωτεΐνη του γάλακτος, η πρόσληψη θα πρέπει να γίνεται με τη μορφή συμπληρωμάτων ασβεστίου και βιταμίνης D.
Ένα ενήλικο άτομο θα πρέπει να προσλαμβάνει ημερησίως 1000-1500mg ασβεστίου και 400-800IU βιταμίνης D.
ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ
Για την μετεμμηνοπαυσιακή οστεοπόρωση, περιλαμβάνει:
Τα διφωσφονικά
Ενσωματώνονται στους κρυστάλλους υδροξυαπατίτη των οστών και μειώνουν τον ρυθμό της οστικής απορρόφησης.
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες περιλαμβάνουν οισοφαγικά ή γαστρικά έλκη και οισοφαγίτιδα, η συχνότητα εμφάνισης όμως αυτών μειώνεται με την εβδομαδιαία χορήγηση, λήψη με κενό στομάχι και ένα ποτήρι νερό σε καθιστή ή όρθια θέση και παραμονή σε όρθια στάση για τουλάχιστον μισή ώρα πριν τη λήψη τροφής.
Σκοπός της χορήγησης των διφωσφονικών είναι η αύξηση της οστικής πυκνότητας και η μείωση του κινδύνου εμφάνισης κατάγματος.
Ο συνδυασμός θεραπείας με οιστρογόνα και διφωσφονικά είναι πιο αποτελεσματικός στην αύξηση της οστικής πυκνότητας, από ότι η μονοθεραπεία σε γυναίκες που εξακολουθούν να χάνουν οστική μάζα και των οποίων η οστεοπόρωση είναι σημαντική.
Τα Οιστρογόνα
Είναι μία μορφή θεραπείας για την πρόληψη της οστεοπόρωσης σε περιεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, αλλά δεν αποτελεί θεραπεία πρώτης γραμμής.
Επίσης με τα οιστρογόνα αυξάνει ο κίνδυνος υπερπλασίας και καρκίνου του ενδομητρίου και σε αυτή την περίπτωση προστατευτικό ρόλο παίζει η σύγχρονη χορήγηση προγεστερόνης.
Συνεπώς διφωσφονικά ή ραλοξιφαίνη συνιστώνται ως πρώτης γραμμής θεραπεία για πρόληψη και διφωσφονικά για θεραπεία της ήδη εγκατεστημένης οστεοπόρωσης.
Τα οιστρογόνα στόχο έχουν κατά βάση την ανακούφιση των μετεμμηνοπαυσιακών συμπτωμάτων, όπως εξάψεις, ξηρότητα κόλπου, συμπτωματολογία από το ουροποιητικό και συναισθηματική αστάθεια.
Τα ανάλογα οιστρογόνων (SERMS), όπως η ραλοξιφαίνη(Evista) είναι μη στεροειδικοί παράγοντες που συνδέονται με τον υποδοχέα των οιστρογόνων και δρουν ως αγωνιστές ή ανταγωνιστές ανάλογα με τον ιστό.
Έχουν τις ενδείξεις χορήγησης των οιστρογόνων χωρίς όμως τις παρενέργειες τους, εκτός της θρομβοφβλεβίτιδας.
Καλσιτονίνη
Είναι φαρμακευτική ουσία εκλογής σε ασθενείς με πόνο λόγω οξέος οστεοπορωτικού κατάγματος, αλλά λιγότερο αποτελεσματική στη θεραπεία της μετεμμηνοπαυσιακής οστεοπόρωσης από τα διφωσφονικά.
Δεν αποτελεί πρώτης γραμμής αγωγή διότι είναι ακριβή, χορηγείται παρεντερικώς ή ενδορρινικώς, εμφανίζει συχνές παρενέργειες και είναι δυνατή η ανάπτυξη αντίστασης στην δράση της λόγω εμφάνισης αντισωμάτων έναντι της καλσιτονίνης.
Τεριπαρατίδη (παραθορμόνη)
Χορηγείται υποδορίως και σε αυτό έγκειται και η μη συχνή χρήση της.
Ένδειξη αποτελεί η βαριά οστεοπόρωση με συνύπαρξη ενός τουλάχιστον οστεοπορωτικού κατάγματος και εφόσον ο ασθενής δεν εμφανίζει υπερπαραθυρεοειδισμό.
Στρόντιο
Πρόκειται για φάρμακο αποτελεσματικό και καλά ανεκτό, που αναστέλλει την οστική απορρόφηση και αυξάνει τη σύνθεση των οστών.
Μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης σπονδυλικών και μη καταγμάτων.
Κύριες παρενέργειες είναι η διάρροια.
Νέες θεραπείες
– Denosumab: Μονοκλωνικό αντίσωμα κατά του υποδοχέα RANK των οστεοκλαστών που αυξάνει την οστική πυκνότητα,
– Ανταγωνιστές των CSR p.os,
– Αναστολείς σκληροστίνης και
– Αναστολείς της πρωτεάσης cathepsin-Κ.
Η διάγνωση και η αξιολόγηση της θεραπείας
Γίνεται με μέτρηση της οστικής πυκνότητας της οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής στήλης και του ισχίου, ένα έτος μετά την έναρξη της αγωγής.
Κάποιοι προτείνουν αξιολόγηση μετά δύο έτη.
Ένας άλλος τρόπος είναι η μέτρηση της οστικής πυκνότητας και ενός βιοχημικού δείκτη οστικού μεταβολισμού πριν την έναρξη και επανέλεγχος του συγκεκριμένου δείκτη, 6 μήνες μετά την αγωγή.