Η ηλιακή κνίδωση είναι ουσιαστικά η αυξημένη ευαισθησία στον ήλιο και εμφανίζεται λίγα λεπτά μετά την έκθεση του ευαίσθητου ατόμου σε αυτόν.
Παρουσιάζεται συχνότερα στις γυναίκες ηλικίας 20-40 ετών.
Οι τυπικές βλάβες που εμφανίζονται από την έκθεση στον ήλιο υποχωρούν μέσα σε 1-2 ώρες και σπάνια ξεπερνούν τις 24 ώρες.
Τα σημεία που εκτίθενται συχνά μπορεί να έχουν κάποια μειωμένη ευαισθησία στον ήλιο, ενώ σε σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να προκληθεί μέχρι και συγκοπή ή αναφυλαξία.
Τα άτομα με ηλιακή κνίδωση μπορεί να είναι ευαίσθητα σε μήκη κύματος ευρέος φάσματος.
Η ευαισθησία μπορεί να ποικίλει και να μεταβληθεί με την πάροδο του χρόνου στο ίδιο άτομο.
Συχνότερη είναι η ευαισθησία στη UVA ακτινοβολία, όμως μπορεί κανείς να παρουσιάσει ευαισθησία και στο ορατό φως.
Η ηλιακή κνίδωση είναι ουσιαστικά πάντα άγνωστης αιτιολογίας.
Υπάρχουν και σπάνιες περιπτώσεις που ορισμένοι τύποι φαρμάκων προκαλούν ηλιακή κνίδωση.
Η διάγνωση της ηλιακής κνίδωσης δεν είναι δύσκολη και γίνεται με βάση το ιστορικό του ασθενούς.
Επίσης η δοκιμασία της έκθεσής του στο φως είναι χρήσιμη για τη διάγνωση της ηλιακής κνίδωσης για τον καθορισμό των μηκών κύματος ευαισθησίας και τον προσδιορισμό της ελάχιστης κνιδωτικής δόσης.
Επειδή πολλοί ασθενείς έχουν ευαισθησία στη UVA ακτινοβολία ή ακόμα και στο φάσμα του ορατού φωτός, τα συνηθισμένα αντηλιακά δεν αποδίδουν επειδή μπλοκάρουν κυρίως τη UVB ακτινοβολία.
Τα αντισταμινικά μπορεί να αυξήσουν την ελάχιστη κνιδωτική δόση κατά δέκα φορές ή παραπάνω.
Κάποιες φορές απαιτούνται υψηλότερες δόσεις, διπλάσιες ή μεγαλύτερες από αυτές που συνίστανται συνήθως.
Αυτά τα φάρμακα σε συνδυασμό με την αποφυγή του ήλιου αποτελούν τη θεραπεία πρώτης γραμμής.
Η λεγόμενη φωτοχημειοθεραπεία που εφαρμόζεται για την ψωρίαση ή οι προοδευτικά αυξανόμενες εκθέσεις στη UVA ακτινοβολία είναι αποτελεσματικές στις δυσκολότερες περιπτώσεις της ηλιακής κνίδωσης.
Η γρήγορη σκλήρυνση του δέρματος μπορεί να προκαλέσει ανοχή στη UVA ακτινοβολία, επιτρέποντας στους ασθενείς να προχωρήσουν τη θεραπεία με φωτοχημειοθεραπεία.
Η φωτοχημειοθεραπεία είναι αποτελεσματική, ακόμη και αν ο ασθενής δεν είναι ευαίσθητος στη UVA ακτινοβολία.
Κατά τα άλλα, υπάρχουν αναφορές σχετικά με την αποτελεσματικότητα κάποιων ακόμα θεραπειών.
Για τις δυσκολότερες περιπτώσεις, είναι δυνατό να ακολουθηθεί μια διαδικασία που σκοπό έχει την απομάκρυνση των κυκλοφορούντων φωτοαλλεργιογόνων, επιτρέποντας τη χορήγηση της φωτοχημειοθεραπείας, η οποία θα οδηγήσει στην ύφεση της ηλιακής κνίδωσης.