Μέχρι σήμερα γνωρίζαμε για το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου.
Υπάρχει όμως και το σύνδρομο διαρρέοντος εντέρου που είναι η κατάσταση κατά την οποία υπάρχει διαπερατότητα στο έντερο, ενώ υπάρχει σύνδεση με την παραπάνω, περισσότερο γνωστή πάθηση.
Υπό φυσιολογικές συνθήκες, τα κύτταρα του εντέρου βρίσκονται σε διάταξη το ένα δίπλα στο άλλο και είναι στενά συνδεδεμένα μεταξύ τους, ώστε να σχηματίζεται αυτό που λέμε γαστρεντερικός σωλήνας.
Έτσι δημιουργείται ένας φραγμός, ο οποίος ελέγχει την είσοδο των θρεπτικών συστατικών στην κυκλοφορία του αίματος.
Στην περίπτωση που αυτή η σύνδεση των κυττάρων καταστρέφεται, συστατικά του γαστρεντερικού σωλήνα μπορεί να περάσουν στην κυκλοφορία του αίματος.
Τότε έχουμε και το σύνδρομο διαρρέοντος εντέρου.
Επιπτώσεις
Η διαπερατότητα αυτή του εντέρου έχει συσχετιστεί παλαιότερα με ιδιοπαθείς φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου, όπως η νόσος του Crohn.
Όμως τελευταία φαίνεται ότι η κατάσταση αυτή μπορεί να έχει επίδραση σε διάφορες παθήσεις, όπως η παχυσαρκία, σε νευρολογικές παθήσεις όπως η νόσος του Αλτσχάιμερ ή σε άλλες παθήσεις του γαστρεντερικού συστήματος, όπως η μη αλκοολική λιπώδης διήθηση του ήπατος.
Τα συμπτώματα του διαρρέοντος εντέρου μπορεί να είναι από ήπια ως πολύ ενοχλητικά και συνήθως περιλαμβάνουν πόνο στην κοιλιά, φουσκώματα και εναλλαγές διάρροιας με δυσκοιλιότητα.
Αιτίες
Δεν υπάρχει μια σαφής αιτία που μπορεί να προκαλέσει το σύνδρομο.
Πάντως μεγάλο ρόλο παίζει η ύπαρξη ανισορροπίας μεταξύ καλών και κακών βακτηρίων στο παχύ έντερο.
Αυτή μπορεί να οδηγήσει στην παραγωγή βλαβερών ουσιών για το εντερικό περιβάλλον.
Οι ουσίες που παράγονται έχουν φλεγμονώδη δράση και μπορεί να βλάψουν τα εντερικά κύτταρα χαλαρώνοντας τη μεταξύ τους σύνδεση.
Μάλιστα το άγχος μπορεί να είναι ένας παράγοντας που να προκαλεί και να εντείνει τη διαπερατότητα του εντέρου.
Αποκατάσταση
Η σύγχρονη διατροφή του δυτικού κόσμου περιλαμβάνει πληθώρα επεξεργασμένων τροφίμων, πλούσια σε λιπαρά, απλούς υδατάνθρακες και ζάχαρη.
Αυτή επιδρά αρνητικά στη διαπερατότητα του εντέρου και οδηγεί στην εμφάνιση πολλών σχετικών ασθενειών.
Επομένως, μια ισορροπημένη διατροφή με πολλά θρεπτικά συστατικά μπορεί να συμβάλλει στην αποκατάσταση της εντερικής διαπερατότητας.
Επιπλέον, η λήψη προβιοτικών και πρεβιοτικών συνδυαστικά μπορεί να είναι ευεργετική, μιας και τα δύο συμβάλλουν στην εξισορρόπηση της χλωρίδας του παχέος εντέρου.
Εδώ ρόλο παίζουν επίσης τα λιπαρά οξέα βραχέας αλύσου, μια σχετικά άγνωστη έννοια.
Πρόκειται για ουσίες που παράγονται φυσιολογικά από βακτήρια του παχέος εντέρου που φυσικά υπάρχουν υπό κανονικές συνθήκες στο έντερο.
Η δυσβίωση του παχέος εντέρου, δηλαδή η ανισορροπία που προαναφέρθηκε, μπορεί να διαταράξει την παραγωγή τους και να οδηγήσει σε μείωση των επιπέδων τους.
Όμως, τα λιπαρά οξέα βραχέας αλύσου φαίνεται ότι μπορεί να βοηθήσουν στην αποκατάσταση της συνεκτικότητας των εντερικών κυττάρων, συμβάλλοντας δραστικά στη μείωση της διαπερατότητας του εντέρου.