Οι ειδικοί, εστιάζοντας στα παιδιά, επισημαίνουν ότι προβλήματα όπως η παχυσαρκία, η αναιμία ή η ανεπάρκεια θρεπτικών συστατικών δεν αντιμετωπίζονται δεόντως με τους διατροφικούς κανόνες.
Περισσότερα από 4 στα 10 παιδιά, πίνουν καθημερινά ροφήματα με ζάχαρη και 1 στα 3 δεν τρώει καθημερινά ούτε ένα φρούτο.
Για τη χώρα μας οι ειδικοί, που μιλούν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, παρατηρούν ότι τα Ελληνόπουλα είναι από τα πιο παχύσαρκα παιδιά στην Ευρώπη.
Σύμφωνα με την Παγκόσμια Έκθεση Διατροφής, περισσότερα από τέσσερα στα δέκα παιδιά πίνουν καθημερινά ροφήματα με ζάχαρη και ένα στα τρία δεν τρώει καθημερινά ούτε ένα φρούτο.
Η Έκθεση, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου και προειδοποιεί ότι οι περισσότερες χώρες δεν θα επιτύχουν τους 9 παγκόσμιους στόχους για τη διατροφή του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) μέχρι το 2025, οι οποίοι περιλαμβάνουν την παχυσαρκία των ενηλίκων, το διαβήτη, την αναιμία και την υγεία των παιδιών.
Όπως υπογραμμίζει η Κορίνα Χόκς, διευθύντρια του κέντρου πολιτικής των τροφίμων στο πανεπιστήμιο City του Λονδίνου, “καμία από τις εισοδηματικές κατηγορίες που εξετάστηκαν δε λαμβάνει στη διατροφή της αρκετά λαχανικά, όσπρια και τρόφιμα ολικής αλέσεως και το πρόβλημα αυτό έχει παγκόσμιες διαστάσεις“
Η κακή διατροφή, είναι μια από τις κυριότερες αιτίες πρόκλησης προβλημάτων υγείας παγκοσμίως και ευθύνεται σχεδόν για 1 στους 5 θανάτους, σύμφωνα με την Έκθεση.
Όπως επισήμαναν οι ερευνητές της Έκθεσης, η κατανάλωση ανθυγιεινών ή ανεπαρκούς ποσότητας τροφών, περιλαμβανομένης και της περίπτωσης βρεφών που δε μπορούν να θηλάσουν, συνεισφέρει στην κακή διατροφή.
Σε ανάλυση που έγινε σε περισσότερο από 23.000 συσκευασμένα προϊόντα τροφίμων, διαπιστώθηκε ότι η μεγάλη πλειονότητά τους, σε ποσοστό 69%, είναι σχετικώς χαμηλής θρεπτικής αξίας.
Περίπου 8,23 εκατομμύρια παιδιά παγκοσμίως είτε αντιμετωπίζουν στασιμότητα ανάπτυξης, είτε είναι υπέρβαρα.
Οι Έλληνες τρώμε πολύ και ανθυγιεινά.
Οι διατροφικές συνήθειες του ελληνικού πληθυσμού εμπεριέχουν λίπος, κορεσμένα λιπαρά και πρωτεΐνη πάνω από τις συστάσεις.
Είναι χαρακτηριστικό ότι τα κορεσμένα λιπαρά (ζωικά λίπη) πρέπει να μειωθούν κατά 30% στον υγιή γενικό πληθυσμό και κατά περίπου 50% στα άτομα υψηλού κινδύνου καρδιαγγειακών νοσημάτων.
Αντίθετα, η πρόσληψη πολυακόρεστων λιπαρών οξέων (φυτικά έλαια και ψάρι) είναι χαμηλή με το 95% του πληθυσμού να μην προσλαμβάνει τις συνιστώμενες ποσότητες ενώ και η πρόσληψη φυτικών ινών (φρούτα, λαχανικά, όσπρια) είναι χαμηλή με το 60% του πληθυσμού να μην προσλαμβάνει τις συνιστώμενες ποσότητες».
Για τη χώρα μας οι ειδικοί, που μιλούν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, παρατηρούν επίσης χαμηλή πρόσληψη βιταμινών και ανόργανων στοιχείων.
Είναι ενδεικτικό ότι σχεδόν όλος ο πληθυσμός που εξετάστηκε, δεν είχε επαρκή πρόσληψη βιταμίνης D, το 70% είχε χαμηλή πρόσληψη φυλλικού οξέος, το 60% σε ασβέστιο και κάλιο, ενώ περίπου το 30% των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας είχαν χαμηλή πρόσληψη σιδήρου.
Αντιθέτως, η πρόσληψη νατρίου που θα έπρεπε να είναι χαμηλή είναι ιδιαίτερα υψηλή.
Τα Ελληνόπουλα είναι από τα πιο παχύσαρκα της Ευρώπης και για το λόγο αυτό, ο σημαντικότερος παράγοντας είναι η διατροφή.
Οι σωστές διατροφικές συνήθειες φαίνεται να προστατεύουν από την παχυσαρκία αλλά και από άλλες παθήσεις (καρκίνους, καρδιαγγειακά νοσήματα κλπ).
Η συχνή κατανάλωση πλούσιων σε ζάχαρη ροφημάτων όπως τα αναψυκτικά υπερδιπλασιάζει τον κίνδυνο παχυσαρκίας και οδηγεί σε μείωση άλλων πιο υγιεινών ροφημάτων πχ. γάλα, νερό κλπ.
Όπως αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Κιόρτσης, σε ορισμένες χώρες έχει θεσπιστεί ή σχεδιάζεται η υπερφορολόγηση τέτοιων τροφίμων.
Αρκετές μελέτες στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ έχουν δείξει ότι τα τελευταία χρόνια το ευρύ κοινό έχει καλύτερη γνώση του τι είναι υγιεινή διατροφή.
Παρά το γεγονός αυτό, πολλά δεδομένα τεκμηριώνουν ότι παρατηρείται μεγάλη απόσταση από την εφαρμογή των κανόνων της υγιεινής διατροφής στη συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού.
Το γεγονός αυτό, καθιστά αναγκαία τη λήψη αποτελεσματικών μέτρων για τη βελτίωση της διατροφικής συμπεριφοράς των ενηλίκων και κυρίως των παιδιών.