Η πανδημία του κορωνοϊού αναζωπυρώνει τη συζήτηση για το αν οι ιοί αποτελούν ιδιοκτησία μίας χώρας και αν οι χώρες είναι υποχρεωμένες να μοιράζονται βιολογικά δείγματα και επιστημονικά δεδομένα που αποτελούν το κλειδί για την ανάπτυξη εμβολίων και θεραπειών.
Περισσότερα από 6,5 δισεκατομμύρια άνθρωποι έχουν προσβληθεί από την COVID-19 σε ολόκληρο τον κόσμο, σύμφωνα με απολογισμό του Reuters.
Η Κίνα, όπου εμφανίσθηκε ο νέος κορωνοϊός τον περασμένο χρόνο, κοινοποίησε τα στοιχεία της γονιδιακής ακολουθίας του νέου κορωνοϊού στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας στις αρχές του Ιανουαρίου.
Αυτό έδωσε τη δυνατότητα στα εργαστήρια σε ολόκληρο τον κόσμο να αρχίσουν την ανάπτυξη τεστ, θεραπειών και εμβολίων.
Από τότε, ωστόσο, έχει ξεσπάσει ένας πόλεμος λέξεων σχετικά με το ποιος θα έχει πρόσβαση σε θεραπείες και εμβόλια πρώτος και κατακραυγή για τις πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες η κυβέρνηση των ΗΠΑ προσπάθησε να εξασφαλίσει πρόσβαση σε εμβόλιο που αναπτύσσεται από τη γερμανική εταιρεία βιοτεχνολογίας CureVac.
«Από ηθική απόψεως είναι λανθασμένο να σκέφτεται κανείς ότι κάποιος έχει ισχυρότερο δικαίωμα πρόσβασης σε ένα εμβόλιο, διότι τυχαίνει να ζει σε μία πλούσια χώρα», δηλώνει ο Eccleston-Turner, εκ των συγγραφέων πρόσφατης μελέτης με θέμα την κυριαρχία επί των ιών.
Το διεθνές νομικό σύστημα ενθαρρύνει τις χώρες να αντιμετωπίζουν τους ιούς ως «πόρους που ανήκουν στην κυριαρχία τους και μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο διαπραγμάτευσης και συναλλαγής με αντάλλαγμα μελλοντικά υγειονομικά αγαθά, όπως είναι τα εμβόλια», δήλωσε στην Thomson Reuters Foundation.
«Πρέπει να απομακρυνθούμε από το μοντέλο αυτό κινούμενοι προς ένα άλλο σύμφωνα με το οποίο οι ιοί και τα υγειονομικά αγαθά που αναπτύσσονται αντιμετωπίζονται ως δημόσια αγαθά, ως προς τα οποία όλοι στον κόσμο έχουν ισότιμα δικαιώματα και πρόσβαση», δηλώνει ο Eccleston-Turner, λέκτορας του Keele University της Βρετανίας.
Τυφλό σημείο
Οι χώρες έχουν συγκρουσθεί κατά το παρελθόν για δείγματα ιών και για την πρόσβαση στα εμβόλια, κυρίως κατά τη διάρκεια της κρίσης του AIDS και της επιδημίας του Εμπολα.
Το 2007, η Ινδονησία σταμάτησε να κοινοποιεί δείγματα του ιού των πτηνών H5N1, φοβούμενη ότι πλούσιες χώρες θα αναπτύξουν εμβόλια με βάση τα στελέχη αυτά, για να τα πουλήσουν στη συνέχεια σε υψηλές τιμές.
Η Ινδονησία ξεκίνησε να μοιράζεται και πάλι δείγματα ιών αφού ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας δεσμεύθηκε για την ενίσχυση της παραγωγής εμβολίων στις φτωχότερες χώρες, αλλά η αντιπαράθεση επανέφερε στο προσκήνιο το πρόβλημα της κοινοποίησης επιστημονικών δεδομένων και βιολογικών δειγμάτων.
Η Σύμβαση του ΟΗΕ για τη Βιοποικιλότητα (1992) και το Πρωτόκολλο της Nagoya (2012) για την πρόσβαση και την κατανομή ωφελειών αναγνωρίζουν αμφότερες την κυριαρχία των χωρών επί γενετικών πόρων, χωρίς υποχρέωση κοινοποίησής τους, ακόμη και σε περίπτωση υγειονομικής έκτακτης ανάγκης.
«Η απουσία σαφούς νομικής υποχρέωσης για κοινοποίηση στοιχείων αποτελεί τυφλό σημείο του διεθνούς δικαίου και διακυβέρνησης, θέτοντας εμπόδια στην αντιμετώπιση πανδημιών και την επιστημονική πρόοδο», γράφει ο Eccleston-Turner σε μελέτη που δημοσιεύθηκε τον Μάιο στην επιθεώρηση Science.
Ομως, «ο περιορισμός της πρόσβασης σε πόρους με βάση την εθνική κυριαρχία μπορεί να είναι ένας από τους λίγους μοχλούς πίεσης που διαθέτουν οι αναπτυσσόμενες χώρες που ελπίζουν να διαπραγματευθούν μία δίκαιη και ισότιμη πρόσβαση σε διαγνωστικά μέσα, θεραπείες και εμβόλια», τονίζει.
Το ζήτημα της ιδιοκτησίας των δεδομένων –και όχι μόνο επιστημονικών δεδομένων– εξετάσθηκε λεπτομερώς κατά τη διάρκεια της κρίσης του κορωνοϊού, καθώς οι χώρες επιστράτευσαν ψηφιακές τεχνολογίες για να αντιμετωπίσουν τον ιό, ενώ ειδικοί προειδοποιούν για παραβίαση ψηφιακών δικαιωμάτων λόγω της εισβολής στην ιδιωτική σφαίρα και την αύξηση της παρακολούθησης.
Αλλά, ακόμη και η ιδέα της κυριαρχίας επί δεδομένων «είναι απατηλή», δηλώνει ο Martin Tisne, διευθυντής του φιλανθρωπικού οργανισμού Luminate, που ασχολείται με θέματα ψηφιακών δικαιωμάτων.
«Η COVID-19 αποτελεί δημόσια βλάβη· θα την πολεμήσουμε δημιουργώντας ένα δημόσιο αγαθό. Τα δεδομένα, τα μοντέλα και το software που χρησιμοποιούνται στην αντιμετώπιση της πανδημίας COVID-19 πρέπει να είναι όσο πιο ανοικτά γίνεται».
Υποχρεωτική κοινοποίηση δεδομένων
Η πανδημία του κορωνοϊού έχει οξύνει υπάρχουσες ανισότητες και έχει φέρει στο φως το ευάλωτο των μη προνομιούχων πληθυσμών, περιλαμβανομένων των φτωχών στρωμάτων των πόλεων, των αυτοχθόνων λαών και των μεταναστών εργατών, σύμφωνα με οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Το χάσμα ανάμεσα στις πλούσιες και τις φτωχές χώρες είναι εμφανές στα πάντα, από τις υποδομές της εφαρμογής καραντίνας μέχρι τα μέτρα ανακούφισης, ενώ υπάρχουν οι φόβοι ότι τα «διαβατήρια ανοσίας» που θα δώσουν τη δυνατότητα στους ανθρώπους να ταξιδεύουν ή να εργάζονται, θα αυξήσουν ακόμη περισσότερο τις ανισότητες.
Για τον λόγο αυτόν, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας πρέπει να διασφαλίσει «υποχρεωτική παγκόσμια κοινοποίηση» της γνώσης που συνδέεται με την COVID-19 και των δεδομένων, «με την ανάγκη να έχει προτεραιότητα έναντι της οικονομικής δυνατότητας», έγραψαν 150 πανεπιστημιακοί, πρώην αρχηγοί κρατών και αξιωματούχοι του ΟΗΕ στην ανοικτή επιστολή που δημοσίευσαν τον περασμένο μήνα.
«Η απαίτηση για ελεύθερη πρόσβαση σε εμβόλια, δεδομένα και θεραπείες βασίζεται στην εμπειρία των ειδικών των τομέων της υγείας και της ανάπτυξης σύμφωνα με την οποία η άρνηση πρόσβασης είναι ένα σοβαρό πρόβλημα στην αντιμετώπιση μίας υγειονομικής κρίσης», λέει η Purnima Mane, πρώην επικεφαλής του μη κερδοσκοπικού οργανισμού υγείας Pathfinder International που υπέγραψε την ανοικτή επιστολή.
«Αυτή είναι περίπτωση κατά την οποία σε μία πανδημία φτωχές χώρες και πληθυσμοί δεν έχουν πρόσβαση στις ωφέλειες της ανάπτυξης και της προόδου», προσθέτει.
Η οργάνωση Luminate χρηματοδοτεί πρόγραμμα του Open Data Institute (ODI) με στόχο να γίνουν ανοικτά όλα τα δεδομένα που έχουν σχέση με τον κορωνοϊό, ώστε να μπορούν να χρησιμοποιηθούν «γρήγορα και χωρίς περιορισμούς από εκείνους που τα χρειάζονται περισσότερο, προς όφελός όλων».
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει δημιουργήσει το COVID-19 Technology Access Pool, με την υποστήριξη και άλλων διεθνών θεσμών και 30 χωρών με στόχο την ανάπτυξη εμβολίων, τεστ, θεραπειών και άλλων τεχνολογιών υγείας με ανοικτή πρόσβαση όλων.
Αλλά, τη στιγμή που κατά την κρίση του κορωνοϊού υπήρξαν πολλά παραδείγματα ταχείας κοινοποίησης δεδομένων, τονίσθηκε επίσης η πραγματικότητα που συνίσταται στο ότι «χώρες πιθανόν να μην είναι πρόθυμες να απεμπολήσουν την κυριαρχία τους επί πηγών παθογένειας και των συνδεόμενων με αυτές στοιχείων της γονιδιακής ακολουθίας», επισημαίνει ο Eccleston-Turner.
Αυτό που χρειάζεται είναι ένα νομικό πλαίσιο που θα καθιστά τις πηγές αυτές διαθέσιμες για έρευνα και ανάπτυξη», λέει.«Είναι κατανοητό ότι οι χώρες θα θελήσουν να χρησιμοποιήσουν αυτόν τον μοχλό πίεσης για να κερδίσουν ισότιμη πρόσβαση στους αναγκαίους και πεπερασμένους πόρους», λέει η Jeni Tennison, αντιπρόεδρος του Open Data Institute (ODI).
Αλλά, η παρακράτηση δεδομένων είναι «σαν να βάζεις τα χέρια σου να βγάζεις τα μάτια σου».