Σύμφωνα με τα πορίσματα μίας νέας βρετανικής επιστημονικής έρευνας, η σοβαρή νόσος COVID-19 μπορεί να προξενήσει ζημιά στον εγκέφαλο, προκαλώντας εγκεφαλικό, φλεγμονή, ψύχωση, συμπτώματα τύπου άνοιας και άλλες επιπλοκές.
Είναι η πιο ολοκληρωμένη μέχρι σήμερα μελέτη των νευρολογικών αλλά και ψυχικών επιπτώσεων της λοίμωξης που μπορεί να προκαλέσει ο κορωνοϊός SARS-CoV-2.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Μπένεντικτ Μάικλ του Πανεπιστημίου του Λίβερπουλ και την καθηγήτρια Σάρ Πετ του Πανεπιστημιακού Κολλεγίου του Λονδίνου (UCL), που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό ψυχιατρικής “The Lancet Psychiatry”, σύμφωνα με το πρακτορείο Ρόιτερς και τη «Γκάρντιαν», μελέτησαν 125 σοβαρά περιστατικά COVID-19 ασθενών ηλικίας 23 έως 94 ετών, οι οποίοι χρειάστηκαν νοσηλεία σε βρετανικά νοσοκομεία.
Η συχνότερη εγκεφαλική επιπλοκή ήταν το εγκεφαλικό, στους 77 από τους 125 ασθενείς (62%), από τους οποίους οι περισσότεροι ήταν άνω των 60 ετών.
Στους 57 (74%) το εγκεφαλικό ήταν ισχαιμικού τύπου, ενώ στους εννέα (12%) ήταν αιμορραγικού τύπου.
Επίσης 39 ασθενείς (ποσοστό 31%) εμφάνισαν σημάδια νοητικής σύγχυσης ή αλλαγές στη συμπεριφορά τους.
Από αυτούς, οι εννέα ή το 23% είχαν μη προσδιορισμένη εγκεφαλική δυσλειτουργία (εγκεφαλοπάθεια), οι επτά ή το 18% φλεγμονή του εγκεφάλου (εγκεφαλίτιδα), ενώ άλλοι εκδήλωσαν συμπτώματα ψύχωσης, συναισθηματικών διαταραχών και συνδρόμου τύπου άνοιας.
Σε ορισμένες τουλάχιστον περιπτώσεις, υπάρχει πάντως πιθανότητα αυτές οι επιπλοκές να μην προκλήθηκαν από τη νόσο, αλλά να προϋπήρχαν και απλώς να μην είχαν διαγνωστεί νωρίτερα.
«Η νέα μελέτη, που περιγράφει εντυπωσιακές περιπτώσεις νευρολογικών και ψυχιατρικών παθήσεων σχετιζόμενων με σοβαρή COVID-19 σε εισηγμένους στο νοσοκομείο ασθενείς, μας υπενθυμίζει ότι η νόσος είναι κάτι περισσότερο από μια αναπνευστική λοίμωξη», δήλωσε ο καθηγητής ψυχολογικής ιατρικής Μάικλ Σαρπ του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης.
Πρόσθεσε πάντως ότι «προς το παρόν οι άνθρωποι στον γενικό πληθυσμό δεν πρέπει να ανησυχούν πάρα πολύ γι’ αυτές τις επιπτώσεις, επειδή πιθανώς είναι σχετικά σπάνιες σε όσους αρρωσταίνουν από τον κορωνοϊό».
Η καθηγήτρια ψυχολογίας Τιλ Γουάικς του Βασιλικού Κολλεγίου του Λονδίνου (King’s) δήλωσε ότι «αρχικά νομίζαμε πως τα προβλήματα ψυχικής υγείας λόγω πανδημίας θα αφορούσαν μόνο την αύξηση του άγχους και της κατάθλιψης.
Όμως φαίνεται σαφώς πλέον ότι ένας μικρός αριθμός ανθρώπων, γύρω στο 8% των συνολικών περιστατικών σύμφωνα με τη νέα μελέτη, μπορεί να εμφανίσουν το πρώτο τους επεισόδιο ψύχωσης μετά από νοσηλεία λόγω σοβαρής COVID-19».
Οι νευρολογικές και ψυχιατρικές επιπλοκές εγείρουν ανησυχίες για την πιθανότητα επιπτώσεων της νόσου COVID-19 σε βάθος χρόνου σε μερικούς ασθενείς, γι’ αυτό οι ερευνητές τόνισαν την ανάγκη το θέμα να μελετηθεί περαιτέρω.