Η ηπατίτιδα Β είναι μια σοβαρή πάθηση που πλήττει ένα μεγάλο ποσοστό ανθρώπων ανά τον κόσμο.
Θεωρείται πως είναι η περισσότερο διαδεδομένη μολυσματική νόσος που μεταδίδεται με το αίμα.
Υπολογίζεται ότι ως και ένα 5% των γυναικών μπορεί να είναι φορείς ηπατίτιδας Β για χρόνια.
Η ηπατίτιδα Β μεταδίδεται συνήθως από τη μητέρα στο παιδί κατά την εγκυμοσύνη ή μετά τη γέννηση.
Ένας επίσης συχνός τρόπος μετάδοσης είναι και η σεξουαλική επαφή χωρίς προφυλάξεις.
Ο ιός της ηπατίτιδας Β μπορεί να ανιχνευθεί σε σωματικά υγρά όπως το αίμα, το σπέρμα, το σάλιο και τα κολπικά υγρά.
Μπορεί όμως να επιβιώσει και έξω από το σώμα μέχρι και για επτά μέρες.
Η εγκυμοσύνη με ταυτόχρονη ύπαρξης ηπατίτιδας Β δεν αλλάζει την εξέλιξή της.
Γι’ αυτό δεν υπάρχει σημαντική διαφορά μεταξύ εγκύων ασθενών και μη εγκύων ασθενών.
Η έξαρση της ηπατίτιδας κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι πολύ σπάνια και εμφανίζεται συνήθως αμέσως μετά τον τοκετό.
Δεν είναι απόλυτα εξακριβωμένες οι επιπτώσεις της νόσου κατά την εγκυμοσύνη.
Θεωρείται ότι κάποιες γυναίκες με ηπατίτιδα Β στην εγκυμοσύνη έχουν αυξημένες πιθανότητες αποβολής, σακχαρώδους διαβήτη κύησης και αυξημένες πιθανότητες πρόωρου τοκετού.
Μετάδοση της ηπατίτιδας στο έμβρυο
Η μετάδοση της ηπατίτιδας Β από τη μητέρα στο παιδί δε γίνεται τόσο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, αλλά κατά τη διάρκεια του τοκετού, μιας και το παιδί έρχεται σε επαφή με τον κόλπο και το αίμα της μητέρας του.
Σπανιότερα η μετάδοση γίνεται κατά την εγκυμοσύνη μέσω της κυκλοφορίας του αίματος από τον πλακούντα στο έμβρυο.
Γι’ αυτό θεωρείται ότι η καισαρική τομή μπορεί να μειώσει την πιθανότητα μετάδοσης της νόσου στο παιδί.
Πάντως, η πιθανότητα μετάδοσης εξαρτάται σε μεγάλο ποσοστό από τη βαρύτητα της κατάστασης της νόσου στη μητέρα, από τη μέθοδο του τοκετού και από την προληπτική προφύλαξη του νεογέννητου με εμβολιασμό σχεδόν αμέσως μετά τη γέννησή του.
Το εμβόλιο της ηπατίτιδας
Το εμβόλιο της ηπατίτιδας είναι ασφαλές να γίνεται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Εκτός από την προστασία της εγκύου φαίνεται ότι προστατεύει κατά κάποιον τρόπο και το έμβρυο.
Ο προγεννητικός έλεγχος και ο εμβολιασμός της εγκύου πάντως, μπορούν να μειώσουν την πιθανότητα να νοσήσει η γυναίκα σε ποσοστό ως και 95%.
Οι περισσότερες έγκυες πάντως με ηπατίτιδα Β είναι κυρίως ασυμπτωματικές και η νόσος ανακαλύπτεται τυχαία κατά τον προγεννητικό έλεγχο.
Έγκυες με συμπτώματα ηπατίτιδας Β
Οι γυναίκες με ηπατίτιδα Β που έχουν ήπια συμπτώματα και προγραμματίζουν να μείνουν έγκυες μπορούν να αναβάλουν τη θεραπεία για μετά τον τοκετό.
Όταν όμως η νόσος είναι σοβαρή ή η εγκυμοσύνη προκύπτει στη μέση της θεραπείας, τότε θα πρέπει να αποφασιστεί αν θα συνεχιστεί η κύηση ή όχι, καθώς μπορεί να υπάρξουν παρενέργειες των φαρμάκων στο έμβρυο.
Όμως, μπορεί η νόσος να επιδεινωθεί εξαιτίας της εγκυμοσύνης.
Ηπατίτιδα κατά τον θηλασμό
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας συστήνει σε όλες τις γυναίκες που πάσχουν από τη νόσο να θηλάζουν τα μωρά τους αφού έχουν εμβολιαστεί.
Επίσης θα πρέπει να ελέγχουν τις θηλές τους πριν από κάθε θηλασμό και να σταματούν όταν βλέπουν εκδορές ή σταγόνες αίματος.
Εν κατακλείδι, η ύπαρξη ηπατίτιδας κατά την εγκυμοσύνη είναι μια νόσος που μπορεί να αντιμετωπιστεί με την προστασία της υγείας και της εγκύου αλλά και του παιδιού.