Περισσότερα από 3 δισ. ευρώ “κόπηκαν” από τη δημόσια δαπάνη του φαρμάκου την πενταετία 2009-2014.
Η μεγαλύτερη μείωση καταγράφεται από το 2012, οπότε επιβλήθηκε κλειστός προϋπολογισμός στο κονδύλι του ΕΟΠΥΥ για τα σκευάσματα που αποζημιώνονται μέσω των ασφαλιστικών ταμείων.
Η εικόνα που παρουσιάζουν οι δαπάνες του φαρμάκου από 5,11 δισ. ευρώ που έφταναν το 2009, χρονιά όπου καταγράφηκε το υψηλότερο κόστος αποζημίωσης, το 2014 έφτασαν τα 2 δισ.
Η μείωση ξεπερνά το μισό σε σύγκριση με το 2009 και προήλθε τόσο από την “εντολή” των Θεσμών για εξορθολογισμό των δαπανών, όσο και από την ηλεκτρονική συνταγογράφηση που ξεκίνησε το 2012.
Όταν η δαπάνη που έχει οριστεί για τον ΕΟΠΥΥ και τα δημόσια νοσοκομεία ξεπερνιέται, η επιπλέον δαπάνη καλύπτεται από τις φαρμακευτικές και παρακρατείται από τις πληρωμές τους μέσω του μηχανισμού του claw back (μηχανισμός αυτόματων επιστροφών).
Την ίδια στιγμή, οι επιχειρήσεις του φαρμάκου υποχρεώνονται σε αναγκαστικές εκπτώσεις στα σκευάσματα που κυκλοφορούν στην ελληνική αγορά και είναι στη λίστα αποζημίωσης (rebate).
Σήμερα, η ζήτηση σε φάρμακα, όπως εκτιμάται, ξεπερνά τα 3,5 δισ. Ευρώ.
Τα στοιχεία δείχνουν πως ο μέσος όρος των συνταγών για φάρμακα από τους γιατρούς ξεπερνά μηνιαίως τα 6,5 εκατ., όταν το 2010 γράφονταν περίπου 4,5 εκατ. συνταγές το μήνα.
Παράλληλα, η εισαγωγή θεραπευτικών πρωτοκόλλων, μητρώων ασθενών, αλλά και η αύξηση των μεριδίων των γενοσήμων φαρμάκων, που συνδυαστικά θα μπορούσαν να εξορθολογίσουν τις δαπάνες, δεν εφαρμόζονται.
Επίσης, οι φαρμακοβιομηχανίες με τις μειώσεις που επέβαλε το υπουργείο στα γενόσημα σκευάσματα απέσυραν οικονομικά φάρμακα και τα αντικατέστησαν με νέα και ακριβότερα, αυξάνοντας τον προϋπολογισμό.