Πρόκειται για μια ουσία που παράγεται στον οργανισμό εξαιτίας του μεταβολισμού των πουρινών.
Οι πουρίνες παράγονται από τον οργανισμό ή λαμβάνονται από κάποιες τροφές.
Όταν τα επίπεδα του ουρικού οξέος στο αίμα ξεπεράσουν τα 6,8 mg/dl, ο ασθενής παρουσιάζει υπερουριχαιμία.
Το ουρικό οξύ μεταφέρεται από το αίμα στα νεφρά για να αποβληθεί με τα ούρα.
Έχει συμπτώματα, αν και αυτό δεν είναι απαραίτητο μιας και οι περισσότεροι ασθενείς δεν παρουσιάζουν κάποιο σύμπτωμα.
Αν δεν αντιμετωπιστεί όμως, μπορεί να οδηγήσει σε ουρική αρθρίτιδα (φλεγμονή των αρθρώσεων) και σε παθήσεις των νεφρών (πέτρες και νεφρική ανεπάρκεια).
Συμπτώματα
Ένα βασικό σύμπτωμα του ουρικού οξέος είναι ο πόνος στα μεγάλα δάχτυλα του ποδιού που μπορεί να συνοδεύεται με ελαφρύ πρήξιμο και ερυθρότητα.
Εξαιτίας του ουρικού οξέος σχηματίζονται κρύσταλλοι ουρικών αλάτων σε περιοχές του σώματος, όπως οι αρθρώσεις και τα οστά, οι τένοντες και οι χόνδροι, αλλά και στα νεφρά.
Πριν το συνδέσουμε με τη διατροφή, πρέπει να ξεκαθαριστεί ότι όλη αυτή η κατάσταση μπορεί να οφείλεται σε αυξημένη παραγωγή ουρικού οξέος ή σε περιορισμένη ικανότητα αποβολής του από τα νεφρά.
Μπορεί να μην υπάρχει κάποιος λόγος που συμβαίνει αυτό, απλά να το δημιουργεί ο ίδιος ο οργανισμός. Στις περισσότερες περιπτώσεις πάντως, ισχύει το δεύτερο.
Η δυσκολία στην αποβολή του μπορεί να οφείλεται σε κακή διατροφή, ύπαρξη σακχαρώδους διαβήτη, λήψη διουρητικών φαρμάκων, παχυσαρκία ή υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ (κυρίως κόκκινου κρασιού).
Άλλες αιτίες
Πίσω από την εμφάνιση ουρικού οξέος σε έναν οργανισμό μπορεί να κρύβονται και άλλοι λόγοι:
Γενετική προδιάθεση, υποθυρεοειδισμός, ψωρίαση, στεφανιαία νόσος, υπέρταση, διατροφή πλούσια σε πουρίνες όπως συκώτι, αντζούγιες, σαρδέλες, μανιτάρια, αρακάς, αποξηραμένα φασόλια.
Ακόμα, μπορεί να οφείλεται σε νεφρική ανεπάρκεια, λήψη ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων, χημειοθεραπείες και ακτινοθεραπείες.
Για να διαγνωστεί η ύπαρξη ουρικού οξέος αρκεί μια αιματολογική εξέταση, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις πρέπει να γίνει και εξέταση ούρων κατά τη διάρκεια ενός 24ώρου.
Θεραπεία με βάση τη διατροφή
Για να χορηγηθεί η κατάλληλη θεραπεία θα πρέπει να ανιχνευτεί πρώτα η αιτία που προκαλεί την υπερουριχαιμία.
Όταν υπάρχει κάποιο άλλο νόσημα, θα πρέπει να αντιμετωπιστεί, ενδεχομένως με φαρμακευτική αγωγή.
Συνήθως, ο ασθενής δε χρειάζεται να πάρει φάρμακα για να ρίξει το ουρικό οξύ στις φυσιολογικές τιμές του.
Αρκεί μόνο να κάνει κάποιες αλλαγές στη διατροφή του και να αποκλείσει από αυτήν τις τροφές που το προκαλούν (αλκοόλ, κόκκινο κρέας, παστά τρόφιμα, εντόσθια, θαλασσινά, αναψυκτικά, αμύγδαλα, μανιτάρια, ντομάτα).
Πολύ καλό κάνει σε αυτήν την περίπτωση το νερό και οι χυμοί φρούτων που είναι πλούσιοι σε βιταμίνη C.
Επίσης, η κατανάλωση κάποιων βοτάνων μπορεί να απομακρύνει τους κρυστάλλους των ουρικών αλάτων.
Φαρμακευτική αγωγή χρειάζεται μόνο στην περίπτωση που ο ασθενής διαγνωστεί με ουρική αρθρίτιδα, μια νόσο που εκδηλώνεται με φλεγμονή, πρήξιμο και ερυθρότητα στην άρθρωση που έχει προσβληθεί.