Το άσθμα αποτελεί μια χρόνια πάθηση που χαρακτηρίζεται από φλεγμονή (συχνά αλλεργική) των βρόγχων, δηλαδή των αεροφόρων οδών μέσω των οποίων μεταφέρεται ο αέρας στους πνεύμονες
Η φλεγμονή χαρακτηρίζεται από οίδημα και παραγωγή κολλωδών και παχύρρευστων εκκρίσεων στους αεραγωγούς που οδηγούν σε στένωση του αυλού των βρόγχων.
Αποτέλεσμα της στένωσης αυτής αποτελεί η περιορισμένη ροή αέρα. Η βρογχική υπεραντιδραστικότητα και η στένωση των αεραγωγών, είναι οι δύο κύριες εκδηλώσεις της διαταραχής της πνευμονικής λειτουργίας στο βρογχικό άσθμα.
Η νόσος εκδηλώνεται συνήθως με σταθερά συμπτώματα, εξατομικευμένα για κάθε ασθενή, τα οποία είναι αναστρέψιμα με τη χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής, αλλά επίσης και με τη μορφή οξέων παροξύνσεων, που στις σοβαρότερες περιπτώσεις απαιτούν νοσηλεία και μπορεί να είναι και θανατηφόρες.
Οι ασθενείς με άσθμα έχουν συνήθως μια γενετική προδιάθεση, αλλά τα συμπτώματα εμφανίζονται μετά από έκθεση σε κάποιους εκλυτικούς παράγοντες, οι οποίοι ευαισθητοποιούν τους αεραγωγούς και προκαλούν την εμφάνιση κρίσεων άσθματος.
Εκλυτικοί παράγοντες στο άσθμα
- Σωματική άσκηση,
- Ερεθιστικοί παράγοντες στο περιβάλλον (αλλεργιογόνα, καπνός, σκόνη),
- Έντονοι συναισθηματικοί παράγοντες (συγκινήσεις και στρες),
- Ορισμένα φάρμακα όπως η ασπιρίνη,
- Το κλίμα και η ατμοσφαιρική ρύπανση.
Η έκθεση ενός ασθενούς με άσθμα σε κάποιον εκλυτικό παράγοντα, οδηγεί σε υπερβολική απάντηση των βρόγχων, με επίταση της φλεγμονής και βρογχόσπασμο που οδηγούν σε στένωση των αυλών τους. Το αποτέλεσμα αυτής της στένωσης είναι η ανάπτυξη συμπτωμάτων όπως δύσπνοια, βάρος στο στήθος, βήχας ή και συριγμός.
Η διακοπή της έκθεσης σε αυτούς τους παράγοντες δεν καταστέλλει τη νόσο, αλλά μειώνει την επίπτωση και τη σοβαρότητα των παροξύνσεων.
Το άσθμα εξελίσσεται συνήθως σιωπηλά και είναι εμφανές μόνο κατά τη διάρκεια των παροξυσμικών κρίσεων που σχετίζονται με οξεία βρογχική απόφραξη. Ακόμα, μπορεί να γίνει αντιληπτό, κυρίως στα παιδιά, από έναν επίμονο ξηρό βήχα σε περιπτώσεις νυχτερινού άσθματος ή άσθματος άσκησης.
Η επιδείνωση μερικές φορές συμβαίνει απροσδόκητα, αλλά συνήθως προηγείται μια περίοδος απώλειας ελέγχου που συνοδεύεται από την εμφάνιση ενδεικτικών συμπτωμάτων, όπως δύσπνοια μετά από σωματική άσκηση, βήχας, νυχτερινές αφυπνίσεις, σφίξιμο στο στήθος κ.ά.
Η δύσπνοια είναι αρκετές φορές συνεχής, ειδικά όταν η νόσος αναπτύσσεται για χρόνια χωρίς να υπάρχει θεραπευτικός έλεγχος.
Φαρμακευτική θεραπεία
Τα συμπτώματα του άσθματος συνήθως υποχωρούν με την κατάλληλη θεραπεία. Ωστόσο, η εξαφάνιση των συμπτωμάτων δεν σημαίνει και πλήρη εξαφάνιση της φλεγμονής των βρόγχων.
Η επαρκής και ορθή θεραπευτική αγωγή μπορεί μακροπρόθεσμα να ελαττώσει τη φλεγμονή των αεραγωγών και να οδηγήσει σε πρόληψη της εξέλιξης της νόσου σε βαριά και μη αναστρέψιμη απόφραξη. Δύο είναι οι κύριες φαρμακευτικές κατηγορίες: τα ρυθμιστικά και τα ανακουφιστικά φάρμακα.
Α) Τα ρυθμιστικά ή φάρμακα ελέγχου της νόσου έχουν ως στόχο την καταστολή της χρόνιας φλεγμονής των αεραγωγών. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν τα εισπνεόμενα και συστηματικά στεροειδή, τα αντιλευκοτριένια, οι β2 διεγέρτες μακράς δράσης σε συνδυασμό με εισπνεόμενα στεροειδή, η θεοφυλλίνη, οι χρωμόνες και τα αντι-IgE.
Τα συγκεκριμένα φάρμακα λαμβάνονται συστηματικά για μακρύ χρονικό διάστημα σε καθημερινή βάση, με σκοπό να επιτύχουν τον κλινικό έλεγχο της νόσου. Τα αποτελεσματικότερα φάρμακα στον έλεγχο της νόσου αποτελούν τα στεροειδή.
Θεραπεία πρώτης γραμμής αποτελούν τα εισπνεόμενα στεροειδή, τα οποία μπορούν να μειώσουν βρογχική υπερευαισθησία και βελτιώνουν την πνευμονική λειτουργία και τα συμπτώματα.
Ασθενείς που καπνίζουν, συχνά δεν ανταποκρίνονται καλά στη θεραπεία, λόγω της αντοχής που προκαλείται από το κάπνισμα στη δράση τους. Σε αυτές τις περιπτώσεις η διακοπή του καπνίσματος είναι απαραίτητη, ενώ η θεραπεία απαιτεί μεγαλύτερες δόσεις εισπνεόμενων κορτικοειδών.
Β) Τα φάρμακα ανακούφισης έχουν άμεση βρογχοδιασταλτική δράση και χρησιμοποιούνται για την άμεση ανακούφιση των συμπτωμάτων και την καθυστέρηση ή αναστολή της πορείας του παροξυσμού. Ωστόσο, η συχνή ή καθημερινή χρήση τέτοιων φαρμάκων υποδηλώνει κακό έλεγχο της νόσου και επιβάλλει την επανεκτίμηση της θεραπευτικής αγωγής.
Θεραπευτικές στρατηγικές
Οι θεραπευτικές στρατηγικές στοχεύουν στον όσο το δυνατόν πιο πλήρη έλεγχο της νόσου και στη βελτίωση της ποιότητας ζωής.
Τα θεραπευτικά πρωτόκολλα ενημερώνονται ετησίως σε παγκόσμιο επίπεδο και σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες, ο έλεγχος του άσθματος πρέπει να προσαρμόζεται σύμφωνα με το επίπεδο ελέγχου της νόσου και να αξιολογείται κάθε 3 μήνες από τον θεράποντα ιατρό και τουλάχιστον μία φορά το έτος από πνευμονολόγο.
Η φαρμακευτική αγωγή προσαρμόζεται μεταβαίνοντας σε υψηλότερο επίπεδο (ή χαμηλότερο επίπεδο όταν ο έλεγχος ήταν βέλτιστος για ένα χρονικό διάστημα 3 έως 6 μηνών), μόλις αλλάζει το επίπεδο ελέγχου της νόσου.
Με αυτό τον τρόπο, επιτυγχάνεται σωστή και επαρκής φαρμακευτική αγωγή ανάλογα με τα συμπτώματα και τις επιμέρους ιδιαιτερότητες του άσθματος του ασθενούς, εκπαιδεύεται ο ασθενής σχετικά με το άσθμα και ενημερώνεται στον τρόπο αποφυγής περιβαλλοντικών παραγόντων που μπορεί να οδηγήσουν σε απώλεια του ελέγχου της νόσου.
Κωνσταντίνος Δημαράκης, Φαρμακοποιός, MBA in Health Economics, MPharm