Το τεστ κοπώσεως είναι μια καρδιολογική εξέταση που ελέγχει τη ροή του αίματος στα στεφανιαία αγγεία του μυοκαρδίου κατά τη διάρκεια μιας έντονης σωματικής δραστηριότητας.
Αυτό γίνεται για να εκτιμηθεί η ύπαρξη ή μη και η σοβαρότητα της στεφανιαίας νόσου, αν υπάρχει, και η καλή λειτουργία της καρδιάς γενικά.
Αυτό είναι κάτι που μπορεί να αποκαλυφθεί μόνο όταν οι απαιτήσεις της καρδιάς είναι αυξημένες.
Το τεστ κοπώσεως γίνεται σε έναν ειδικό κυλιόμενο τάπητα και παρακολουθείται από τον ειδικό γιατρό.
Πρέπει να επαναλαμβάνεται κάθε χρόνο γιατί τόσο είναι το διάστημα που νέες βλάβες μπορούν να γίνουν και να εγκατασταθούν στα αγγεία.
Το τεστ κοπώσεως ενδείκνυται για ασθενείς χωρίς συμπτώματα καρδιοπαθειών, αλλά με προδιάθεση σε αυτές, όπως το οικογενειακό ιστορικό στεφανιαίας νόσου.
Συστήνεται σε άτομα με ύποπτα συμπτώματα και ενοχλήσεις, όπως ταχυπαλμίες και ζαλάδες.
Επίσης, σε ασθενείς με παράγοντες κινδύνου που μπορούν να πυροδοτήσουν την εμφάνιση στεφανιαίας νόσου.
Τέτοιοι παράγοντες είναι η υψηλή χοληστερόλη, η αρτηριακή πίεση, ο διαβήτης και το κάπνισμα.
Τέλος, σε τεστ κοπώσεως υποβάλλονται άτομα με υποτροπιάζουσες αρρυθμίες, ασθενείς που έχουν περάσει οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, ενώ μπορεί να γίνει και στο πλαίσιο προεγχειρητικού ελέγχου.
Ο καρδιολόγος είναι αυτός που θα παραπέμψει το άτομο σε τεστ κοπώσεως και θα επεξεργαστεί τις πληροφορίες που θα προκύψουν.
Επίσης, θα καθορίσει αν ο ασθενής πρέπει να προχωρήσει σε περαιτέρω εξετάσεις και ελέγχους.
Υπάρχει περίπτωση να χρειαστεί στεφανιογραφία ή έλεγχος ισχαιμίας.
Πριν υποβληθεί κανείς στο τεστ θα πρέπει να εξεταστεί κατά πόσο είναι σε θέση να το κάνει γιατί μπορεί να υπάρχουν αντενδείξεις.
Η διαδικασία του τεστ μπορεί να φανερώσει προβλήματα όπως κακή παροχή του αίματος στις στεφανιαίες αρτηρίες γιατί κατά τη διάρκεια της άσκησης η καρδιά αντλεί εντονότερα αίμα.
Αυτό είναι κάτι που μπορεί να μη φαίνεται ενώ εκτελεί κανείς μια ήπια σωματική δραστηριότητα.
Επίσης το τεστ μπορεί να βοηθήσει τον γιατρό να συστήσει στον ασθενή τον ιδανικό για εκείνον τρόπο άσκησης.
Άτομα με αναπηρίες στα άκρα ή με αρθρίτιδα δεν είναι πάντα εύκολο να υποβληθούν σε τεστ κοπώσεως, οπότε ο έλεγχος πραγματοποιείται με ειδική χορήγηση φαρμάκων που κάνουν την καρδιά να λειτουργεί εντονότερα.
Πώς γίνεται το τεστ κοπώσεως
Η διαδικασία είναι εντελώς ανώδυνη.
Ο ασθενής θα πρέπει να είναι ντυμένος με άνετα ρούχα και αθλητικά παπούτσια, να μην έχει καταναλώσει τροφή, νερό ή ποτό και να μην έχει καπνίσει τις τελευταίες 2-4 ώρες.
Η εξέταση διαρκεί 6-12 λεπτά.
Η διάρκεια εξαρτάται από την ηλικία, το φύλο και τη φυσική του κατάσταση.
Ο γιατρός θα πρέπει να γνωρίζει αν ο ασθενής λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή ή αν έχει πάρει οποιοδήποτε φάρμακο τις τελευταίες 48 ώρες.
Αν πρέπει να μην έχει πάρει κάποιο φάρμακο, αυτό θα το υποδείξει εκείνος.
Από τη μέση και πάνω τοποθετούνται ηλεκτρόδια στο σώμα του ασθενούς για να γίνει η καταγραφή ηλεκτροκαρδιογραφήματος.
Πρώτα γίνεται η μέτρηση της αρτηριακής πίεσης και μετά ο ασθενής περπατά στον κυλιόμενο διάδρομο όπου παρακολουθείται η αναπνοή, η αρτηριακή του πίεση και η καρδιακή του συχνότητα.
Ενώ η ταχύτητα και η κλίση του τάπητα αυξάνονται σταδιακά, ο εξεταζόμενος βαδίζει γρηγορότερα και τα αποτελέσματα των μετρήσεών του μεταβάλλονται ανάλογα, ώστε να βγει το πόρισμα.