Συνηθίζουμε να ασχολούμαστε περισσότερο με τους κινδύνους που κρύβει η παχυσαρκία, αλλά σπάνια αναφερόμαστε στην αντίθετη περίπτωση, δηλαδή στο τι μπορεί να συμβεί αν είναι κάποιος λιποβαρής.
Συνήθως μάλιστα γίνεται λόγος μόνο για τη νευρική ανορεξία.
Όμως το να είναι κανείς λιποβαρής είναι κάτι που θα μπορούσε να οδηγήσει σε αυτήν υπό προϋποθέσεις.
Η έλλειψη βιταμινών, η αναιμία, η οστεοπόρωση, η κακή λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος είναι μερικοί από τους πιο σοβαρούς κινδύνους που συνεπάγεται μια τέτοια κατάσταση.
Λιποβαρής θεωρείται κάποιος που έχει Δείκτη Μάζας Σώματος κάτω από 18,5, ο οποίος μπορεί να προκύψει με βάση έναν ειδικό υπολογισμό.
Κάποιος μπορεί να πάσχει από υποσιτισμό ακόμα κι αν δεν είναι λιποβαρής.
Ο υποσιτισμός σχετίζεται με τη διατροφική αξία των τροφών που καταναλώνουμε.
Ένας λιποβαρής άνθρωπος μπορεί να μην καταναλώνει αρκετές τροφές που να περιέχουν τα θρεπτικά συστατικά που χρειάζεται για να λειτουργεί σωστά ο οργανισμός του.
Ανάμεσα στα πιο κοινά συμπτώματα του υποσιτισμού είναι η κόπωση, η έλλειψη ενέργειας, η ακανόνιστη περίοδος στις γυναίκες, η τριχόπτωση, η ξηροδερμία και τα προβλήματα στα οστά και τα δόντια.
Επίσης υπάρχει συσχετισμός στο να είναι κανείς λιποβαρής και στην κακή λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος.
Το πολύ χαμηλό σωματικό βάρος μπορεί επίσης να αυξήσει τον κίνδυνο οστεοπόρωσης και να επηρεάσει αρνητικά τη γονιμότητα.
Λόγω του πολύ χαμηλού σωματικού βάρους και του ποσοστού λίπους, οι γυναίκες μπορεί να έχουν απουσία περιόδου ή ο κύκλος τους να γίνει ασταθής, προκαλώντας και προβλήματα ωορρηξίας.
Τα λιποβαρή παιδιά μπορεί να εμφανίσουν αναπτυξιακά προβλήματα, ειδικά όσα είναι κάτω των τριών ετών.
Ο εγκέφαλος σε εκείνες τις ηλικίες έχει ανάγκη από θρεπτικά συστατικά για να αναπτυχθεί σωστά, αλλά τα παιδιά με χαμηλό σωματικό βάρος μπορεί να παρουσιάζουν έλλειψη σε αυτά τα σημαντικά θρεπτικά συστατικά.
Πρόκειται όμως για μια κατάσταση αναστρέψιμη.
Με τη βοήθεια του γιατρού του και ένα ειδικά καταρτισμένο διατροφικό πρόγραμμα, μπορεί κανείς να φτάσει σε έναν φυσιολογικό Δείκτη Μάζας Σώματος.
Ο γιατρός και ο διατροφολόγος μπορούν να προτείνουν τις αναγκαίες για τον καθένα διατροφικές αλλαγές, καθώς και τη διαχείριση της μετάβασης σε αυτές.
Για αρχή, μπορεί να δοκιμάσει κανείς να τρώει πιο μικρά και πιο τακτικά γεύματα προσθέτοντας υγιεινά σνακ και αυξάνοντας λίγο τις θερμίδες που λαμβάνει ημερησίως.
Θα πρέπει να προτιμούνται τροφές με πολλά θρεπτικά συστατικά, όπως τα φρούτα, τα λαχανικά και το άπαχο κρέας.
Το τυρί, οι ξηροί καρποί, οι σπόροι, τα δημητριακά και τα ζυμαρικά ολικής άλεσης είναι μερικές επιλογές που μπορούν να αποδώσουν αρκετές θερμίδες.
Τέλος, είναι σημαντικό παράλληλα με τη διατροφή, το άτομο να ξεκινήσει να γυμνάζεται γιατί η μυϊκή μάζα θα προσθέσει το βάρος που χρειάζεται ο οργανισμός του και θα κάνει το σώμα του να φαίνεται πιο γυμνασμένο και υγιές.