Παρ’ όλο που υπάρχει ένας διχασμός στην ιατρική κοινότητα σχετικά με αυτό το θέμα, τα ευρήματα της National Diet & Nutrition Survey στις ΗΠΑ, δείχνουν ότι στο επίπεδο του γενικού πληθυσμού, τα συμπληρώματα έχουν τεκμηριωμένη θέση από τη στιγμή που παρατηρούνται σημαντικά διατροφικά ελλείμματα.
Τα πολυβιταμινούχα συμπληρώματα διατροφής στα παιδιά σχολικής ηλικίας, όταν δίνονται σε σωστές ημερήσιες δόσεις, μπορούν να ωφελήσουν και δεν ενέχουν κινδύνους βραχυχρόνιους ή μακροχρόνιους.
Η σωστή διατροφή, κατά την περίοδο που τα παιδιά μεγαλώνουν, είναι εξαιρετικά σημαντική.
Από την άλλη, η μη επαρκής πρόσληψη σε βιταμίνες, μέταλλα και ιχνοστοιχεία, μπορεί ακόμα να προδιαθέτει και στην ανάπτυξη νοσημάτων κατά την ενήλικη ζωή.
Βασική προϋπόθεση επάρκειας είναι οι σωστές διατροφικές συνήθειες καθημερινά.
Η αλλαγή του τρόπου διατροφής, αλλά και της ίδιας της τροφής, είναι δύο σοβαρές παράμετροι που ευθύνονται για τις τυχόν αστοχίες της σημερινής διατροφής, τόσο στους ενήλικες, όσο και στα παιδιά.
Έρευνα («Διατροφή Από το Σήμερα στο Αύριο» Τ.Μόρτογλου & Κ.Μόρτογλου, 2002) σε ό,τι αφορά τις συνήθειες διατροφής, επιβεβαιώνει την πιθανότητα ανεπαρκούς πρόσληψης των αναγκαίων θρεπτικών συστατικών.
Η μελέτη έγινε σε 6.728 εφήβους, καταγράφοντας συνήθειες που μπορεί να επηρεάζουν την ποιότητα σίτισης.
Από τα πορίσματα της έρευνας προέκυψε ότι το 12-15% των εφήβων ηλικίας 15-18 ετών δεν πίνουν γάλα, το 45% των κοριτσιών και το 20% των αγοριών είχαν κάνει δίαιτα σε κάποια περίοδο της ζωής τους και ότι λιγότερο του 50% δεν είχε φάει φρούτο την προηγούμενη ημέρα, ενώ μόνο το 15% είχε φάει 5 μερίδες φρούτων την προηγούμενη ημέρα.
Οι ενδεχόμενες αστοχίες της διατροφής ενός σημερινού παιδιού σχολικής ηλικίας έχουν κυρίως την έννοια των υποκλινικών ελλείψεων, που, αν και δεν συνεπάγονται άμεσες κλινικά διαπιστούμενες βλάβες, μπορεί να προδιαθέτουν στη μετέπειτα ανάπτυξη νοσημάτων κατά την ενήλικη ζωή.
Ένα άλλο πολύ σημαντικό ζήτημα στην παιδική ηλικία είναι αυτό της σχέσης μεταξύ διατροφής και σχολικών επιδόσεων.
Η έλλειψη μετάλλων και βιταμινών κατά τα πρώιμα στάδια της ζωής, επιδρά αρνητικά στις νοητικές επιδόσεις των παιδιών σχολικής ηλικίας και των εφήβων.
Η επαρκής διατροφή κατά τη σχολική ηλικία είναι σημαντική, αν όχι καθοριστική, για τις μετέπειτα σχολικές επιδόσεις.
Σύμφωνα με την Επιτροπή για τη Διατροφή της Αμερικανικής Ακαδημίας Παιδιατρικής (AAP), οι ομάδες που επίσημα διατρέχουν ιδιαίτερο διατροφικό κίνδυνο περιλαμβάνουν:
– Παιδιά και εφήβους από φτωχές οικογένειες,
– Παιδιά και εφήβους με ανορεξία, κακή ή ιδιότροπη όρεξη ή κακές διατροφικές συνήθειες,
– Παιδιά που βρίσκονται σε δίαιτα για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας,
– Εγκύους εφήβους,
– Παιδιά και εφήβους που καταναλώνουν χορτοφαγικές δίαιτες και
– Παιδιά με σύνδρομα γαστρεντερικής δυσαπορρόφησης.
Επιπλέον, παιδιά σχολικής ηλικίας που είναι δυνητικά υποψήφια για πολυβιταμινούχο συμπλήρωμα διατροφής, είναι παιδιά που διατρέφονται κυρίως με κρέας, παιδιά γονέων που οι ίδιοι δεν καταναλώνουν φρούτα, λαχανικά, γαλακτοκομικά, παιδιά που καταναλώνουν προϊόντα τύπου light και παιδιά με πολύ περιορισμένη ποικιλία στην διατροφή τους.
Η ανίχνευση των παραγόντων κινδύνου στο κάθε παιδί θα βοηθούσε πολύ στην απόφαση του για τη χορήγηση ή μη ενός πολυβιταμινούχου συμπληρώματος διατροφής.
Οι παράγοντες κινδύνου μπορούν εύκολα να προσδιοριστούν, εφόσον εξετάσει κάποιος προσεκτικά τις διατροφικές συνήθειες του παιδιού, μέσω της λήψης ενός ιστορικού διατροφής του, αλλά και των γονέων του.
Νίκος Βουδούρης, Παιδίατρος-Νεογνολόγος, Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών
www.y-o.gr