Ο σακχαρώδης διαβήτης (ΣΔ) είναι μια χρόνια μεταβολική νόσος.
Χαρακτηρίζεται από αυξημένη συγκέντρωση γλυκόζης στο αίμα και από διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης, ως αποτέλεσμα της έλλειψης ινσουλίνης.
Διακρίνεται σε τύπου Ι, τύπου ΙΙ και διαβήτη κυήσεως.
Η βασική διαφορά μεταξύ των δύο πρώτων είναι ότι ο τύπος Ι χαρακτηρίζεται από πλήρη έλλειψη ινσουλίνης.
Ο τύπος II είναι ένας συνδυασμός μειωμένης έκκρισης ινσουλίνης από το πάγκρεας και αντίστασης στη δράση της ινσουλίνης στους περιφερικούς ιστούς.
Ως σακχαρώδης διαβήτης κύησης (ΣΔΚ) ορίζεται η διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης που εμφανίζεται για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια του δεύτερου τριμήνου της κύησης.
Σακχαρώδης διαβήτης – Η συχνότητα στην Ελλάδα
Ο επιπολασμός του ΣΔ ήταν 7,0% και κυμάνθηκε από 0,08% σε παιδιά και εφήβους, έως 8,2% σε ενήλικες και 30,3% σε ηλικίες άνω των 75 ετών.
Αυτό συμπέρανε έρευνα του Διαβητολογικού Κέντρου του Λαϊκού Νοσοκομείου.
Η επικράτηση του ΣΔ τύπου Ι ήταν 0,24% και η συχνότητα εμφάνισης της νόσου ήταν υψηλότερη στους άντρες συγκριτικά με τις γυναίκες.
Η σημασία της διατροφής
Βάση της θεραπευτικής παρέμβασης για όλους τους τύπους ΣΔ αποτελεί η σωστή διατροφή.
Επιπρόσθετα, μειώνει τον κίνδυνο υπογλυκαιμιών, προκαλεί την επιθυμητή απώλεια βάρους και βελτιώνει τη γενικότερη κατάσταση της υγείας των ανθρώπων με ΣΔ.
Διατροφικές συστάσεις για τον διαβητικό ασθενή
Η Ελληνική Διαβητολογική Εταιρεία συστήνει:
– Μείωση της ημερήσιας θερμιδικής πρόσληψης με στόχο να μειωθεί το σωματικό βάρος, εφόσον είναι αυξημένο.
– Μείωση της συνολικής πρόσληψης λίπους και κυρίως των κορεσμένων λιπαρών οξέων (π.χ. ζωικές τροφές).
Η κύρια πηγή λίπους θα πρέπει να προέρχεται από μονοακόρεστα λιπαρά (π.χ. ελαιόλαδο).
– Αποφυγή κατανάλωσης μεγάλων ποσοτήτων πρωτεϊνικών τροφών εις βάρος των υδατανθράκων.
– Σχετικά υψηλή αναλογία υδατανθράκων (45-60% της συνολικής ενέργειας) με μειωμένα τα απλά σάκχαρα και αυξημένους τους σύνθετους υδατάνθρακες (π.χ. φυτικές ίνες).
– Καθημερινή κατανάλωση τροφών πλούσιων σε αντιοξειδωτικές ουσίες, βιταμίνες και ιχνοστοιχεία (π.χ. φρούτα και λαχανικά).
– Κατανάλωση μικρών και συχνών γευμάτων κατά τη διάρκεια της ημέρας.
– Περιορισμένη πρόσληψη οινοπνεύματος στα άτομα με υπερβάλλον σωματικό βάρος, σε όσους πάσχουν από υπέρταση ή έχουν αυξημένα τριγλυκερίδια.
Γλυκαιμικός δείκτης τροφών
Πρόκειται για ένα σύστημα κατάταξης των τροφών ανάλογα με τον βαθμό αύξησης των επιπέδων σακχάρου στο αίμα μετά την κατανάλωση μιας μερίδας τροφίμου που περιέχει 50 γραμμάρια υδατανθράκων.
Τα τρόφιμα αυτά ταξινομούνται σε μια κλίμακα από το 0 έως το 100, με το 100 να είναι η τιμή που αντιστοιχεί σε ένα τρόφιμο αναφοράς, όπως π.χ. το λευκό ψωμί.
Όσο υψηλότερος είναι ο γλυκαιμικός δείκτης ενός τροφίμου, τόσο περισσότερο αυξάνονται τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα.
Παράγοντες επιρροής του γλυκαιμικού δείκτη τροφών
Το παρατεταμένο μαγείρεμα αυξάνει τον γλυκαιμικό δείκτη των τροφών (π.χ. τα ελαφρώς βρασμένα ζυμαρικά έχουν χαμηλότερο γλυκαιμικό δείκτη).
Τα άγουρα φρούτα έχουν χαμηλότερο γλυκαιμικό δείκτη σε σύγκριση με τα ώριμα.
Η παρουσία φυτικών ινών (π.χ. φρούτο με τη φλούδα), πρωτεΐνης και λίπους στις τροφές καθυστερεί την πέψη και απορρόφηση των σακχάρων και μειώνει τον γλυκαιμικό δείκτη των τροφών.
Σακχαρώδης διαβήτης – Πώς βοηθά ο γλυκαιμικός δείκτης τους ασθενείς;
Η ένταξη τροφών με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη στο καθημερινό διαιτολόγιο συμβάλλει στην ομαλότερη απελευθέρωση γλυκόζης στο αίμα κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Επιπλέον, βοηθά στον έλεγχο της όρεξης προκαλώντας κορεσμό, αλλά και στη μείωση του σωματικού βάρους, η οποία είναι σημαντική για τα άτομα με διαβήτη τύπου ΙΙ.
Ωστόσο, ο γλυκαιμικός δείκτης σχετίζεται με την ποιότητα των υδατανθράκων που καταναλώνονται και όχι με την ποσότητά τους (γλυκαιμικό φορτίο).
Συνεπώς, αποτελεί ένα χρήσιμο εργαλείο για τα διαβητικά άτομα, αρκεί να χρησιμοποιείται στο πλαίσιο ενός ειδικά σχεδιασμένου διαιτολογίου.
Έχω σακχαρώδη διαβήτη, μπορώ να καταναλώνω γλυκαντικά;
Οι ολιγοθερμιδικές γλυκαντικές ύλες θεωρούνται ασφαλείς για κατανάλωση από διαβητικούς ασθενείς.
Δεν επηρεάζουν τη συγκέντρωση σακχάρου στο αίμα και την παραγωγή ινσουλίνης.
Η κατανάλωση γλυκαντικών ουσιών βοηθά τους διαβητικούς ασθενείς να ελέγξουν το σωματικό τους βάρος.
Κι αυτό επειδή τους προσθέτουν ελάχιστες έως καθόλου θερμίδες στο καθημερινό διαιτολόγιο.
Ωστόσο, θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και να διαβάζουν τις ετικέτες των τροφίμων.
Δεδομένου ότι πρόκειται για ένα τρόφιμο χωρίς ζάχαρη, δε σημαίνει ότι δεν περιέχει θερμίδες, λίπος ή άλλες μορφές απλών υδατανθράκων.
Σακχαρώδης διαβήτης – Πώς βοηθά η σωματική δραστηριότητα;
Η άσκηση συμβάλλει στη ρύθμιση της γλυκόζης στο αίμα και βελτιώνει τη δράση της ινσουλίνης.
Επίσης, αποτρέπει τις επιπλοκές του διαβήτη, αυξάνει τη μυϊκή δύναμη και ωφελεί το καρδιαγγειακό σύστημα των ασθενών.
Επιπλέον, η σωματική δραστηριότητα είναι ευεργετική για την ψυχική κατάσταση του ατόμου, καθώς βελτιώνει τη διάθεση και μειώνει την κατάθλιψη.
Ποια είναι η κατάλληλη μορφή άσκησης;
Οι ασθενείς με διαβητική νευροπάθεια θα πρέπει να αποφεύγουν το έντονο περπάτημα και την αερόβια άσκηση.
Τα άτομα με διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια δεν θα πρέπει να εκτελούν ασκήσεις με βάρη.
Επιπλέον, το πρόγραμμα προπόνησης θα πρέπει να σχεδιάζεται σύμφωνα με την ηλικία και το επίπεδο της προϋπάρχουσας άσκησης.
Επίσης θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο βαθμός εξοικείωσης του ασθενούς με τη σωματική δραστηριότητα.
Άλλες σημαντικές παράμετροι που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη είναι τα επίπεδα της γλυκόζης του αίματος πριν και κατά τη διάρκεια της άσκησης.
Ακόμα, το είδος των τροφών που καταναλώθηκαν, καθώς επίσης η ποσότητα και ο χρόνος χορήγησης της ινσουλίνης πριν από την έναρξη της άσκησης, ώστε να αποφευχθεί το ενδεχόμενο υπογλυκαιμίας.
Όλοι οι ασθενείς με ΣΔ θα πρέπει να υποβάλλονται σε πλήρη ιατρικό έλεγχο πριν ξεκινήσουν οποιαδήποτε μορφή άσκησης.
Σακχαρώδης διαβήτης – Συμπερασματικά
Η ισορροπημένη διατροφή και η σωματική δραστηριότητα σε συνδυασμό με την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή αποτελούν τους ακρογωνιαίους λίθους για τη διαχείριση του σακχαρώδους διαβήτη.
Η διατροφή του διαβητικού ασθενή δε διαφέρει σημαντικά από τη δίαιτα του μη διαβητικού.
Τα μικρά και συχνά γεύματα και η ομοιόμορφη κατανομή τους κατά τη διάρκεια της ημέρας συμβάλλουν θετικά στη ρύθμιση του σακχάρου.
Επιπλέον, μειώνουν και την πιθανότητα υπογλυκαιμικού επεισοδίου.
Σε κάθε περίπτωση, το πρόγραμμα διατροφής θα πρέπει να σχεδιάζεται από επιστήμονα διαιτολόγο.
Είναι ο πιο κατάλληλος ώστε να λάβει υπόψη τη συνολική κατάσταση της υγείας και τις ατομικές ανάγκες του διαβητικού ασθενή.
Ευδοκία Σεκλιζιώτη, Διαιτολόγος-Διατροφολόγος, BSc (Hons), MMedSci