Το ουρικό οξύ είναι προϊόν του μεταβολισμού των πουρινών, δηλαδή των πρωτεϊνών στον πυρήνα των ανθρώπινων κυττάρων, που κυκλοφορεί στο αίμα.
Υπό φυσιολογικές συνθήκες αποβάλλεται από τον οργανισμό, σε ορισμένες περιπτώσεις όμως, ο μηχανισμός αποβολής του ουρικού οξέος δεν λειτουργεί σωστά με αποτέλεσμα τα επίπεδά του στο αίμα να αυξάνονται.
Η κατάσταση αυτή είναι γνωστή ως υπερουριχαιμία.
Η υπερουριχαιμία είναι παθολογική πρόδρομος κατάσταση της ουρικής αρθρίτιδας και ευθύνεται για το 5-10% των ουρολίθων.
Το υψηλό ουρικό οξύ είναι σύνηθες σήμερα.
Η σύγχρονη διατροφή που περιέχει σε αφθονία διαιτητικές πηγές ουρικού οξέος λόγω της υπερκατανάλωσης ζωικών τροφίμων και αλκοόλ, η παχυσαρκία, το μεταβολικό σύνδρομο ενοχοποιούνται για τα αυξανόμενα ποσοστά της νόσου.
Ωστόσο το ουρικό οξύ δεν αυξάνει μόνο λόγω κακής διατροφής.
Παράγοντες και νοσήματα που προκαλούν ελαττωμένη αποβολή π.χ. νεφρική ανεπάρκεια ή αυξημένη ενδογενή παραγωγή ουρικού οξέος π.χ. καρκινώματα μπορεί επίσης να αυξήσουν το ουρικό οξύ.
Όταν η αιτία της αύξησης είναι διατροφική, η αποχή από το αλκοόλ, η σωστή ενυδάτωση και η ελάττωση της κατάχρησης τροφίμων πλούσιων σε πουρίνες όπως είναι τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης (κρέας ψάρι οστρακοειδή), η μείωση της ζάχαρης – φρουκτόζης και των κορεσμένων – trans λιπαρών είναι βασικά γενικά μέτρα.
Κατά τη σωστή ιατρική εξέταση χορηγούνται εξατομικευμένα διαιτητικά προγράμματα ή φάρμακα.
Στα αρχικά στάδια συμπτώματα από την αύξηση του ουρικού οξέος δεν υπάρχουν.
Έτσι είναι σύνηθες η αύξηση του ουρικού οξέος να ευρίσκεται σε check up ρουτίνας.
Τα παθολογικά συμπτώματα συνίστανται σε λίθους νεφρών, νεφρικές βλάβες, αρθρίτιδα, παθολογικές επιδράσεις από την υποκείμενη νόσο.